Επίθετο
/fɛd.lə.maɪt/
Η λέξη "bedlamite" αναφέρεται σε ένα άτομο που θεωρείται ότι έχει ψυχολογικά προβλήματα ή είναι συναισθηματικά αποσταθεροποιημένο. Ο όρος προέρχεται από το "Bedlam", που ήταν το όνομα ενός από τα πιο γνωστά ψυχιατρεία στο Λονδίνο, το οποίο λειτουργούσε από τον 13ο αιώνα. Η λέξη χρησιμοποιείται σήμερα σπάνια και μπορεί να παρατηρηθεί πιο συχνά σε ιστορικά ή λογοτεχνικά κείμενα παρά σε καθημερινή συνομιλία.
"Η ταινία απεικόνιζε έναν τρελό που περιπλανιόταν στους δρόμους, χαμένος στις σκέψεις του."
"In the past, bedlamites were often treated poorly and left to fend for themselves."
Η λέξη "bedlamite" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, όμως υπάρχουν κάποιες φράσεις που συνδέονται με την έννοιά της:
"Πράσιν τρελός στη γιορτή, φωνάζοντας και χορεύοντας άγρια."
"After the accident, she became a bedlamite, struggling to cope with her emotions."
"Μετά το ατύχημα, έγινε τρελή, προσπαθώντας να διαχειριστεί τα συναισθήματά της."
"The debate turned into a bedlamite scene, with everyone shouting over each other."
Ο όρος "bedlamite" προέρχεται από το "Bedlam", που είναι παραλλαγή του Beitlehem Hospital, ενός ψυχιατρείου στο Λονδίνο. Ο όρος έχει χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει τους ασθενείς του νοσοκομείου και στη συνέχεια εδραιώθηκε ως όρος για να περιγράψει τους τρελούς ή τους ψυχολογικά ασθενείς.
Συνώνυμα: - Lunatic - Madman - Insane person
Αντώνυμα: - Sane - Rational - Reasonable