Το "benign tumor" είναι ένα ουσιαστικό (noun).
/bɪˈnaɪn ˈtjuːmər/
Ο όρος "benign tumor" αναφέρεται σε έναν όγκο που δεν είναι καρκινώδης. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα εξαπλωθεί σε άλλα μέρη του σώματος και συνήθως δεν απειλεί τη ζωή του ατόμου. Οι καλοήθεις όγκοι συχνά μεγαλώνουν αργά και μπορεί να μην προκαλούν συμπτώματα, εκτός αν ασκούν πίεση σε γειτονικούς ιστούς ή όργανα. Η χρήση της λέξης είναι πιο συχνή σε ιατρικά κείμενα και σε συζητήσεις σχετικά με την υγεία και τον καρκίνο.
Ο γιατρός με ενημέρωσε ότι έχω έναν καλοήθη όγκο στο πόδι μου.
Benign tumors can often be left untreated when they do not cause any problems.
Οι καλοήθης όγκοι μπορούν συχνά να αφεθούν χωρίς θεραπεία όταν δεν προκαλούν κανένα πρόβλημα.
Regular check-ups are important to monitor any potential changes in a benign tumor.
Ο όρος "benign" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις που περιγράφουν καταστάσεις ή χαρακτηριστικά που είναι αβλαβή ή χωρίς κίνδυνο.
"Η καλοήθης φύση του τον καθιστά εξαιρετικό φίλο."
"The benign environment of the garden is perfect for relaxation."
"Το καλοήθη περιβάλλον του κήπου είναι ιδανικό για χαλάρωση."
"She always has a benign smile that puts everyone at ease."
"Πάντα έχει ένα καλοήθες χαμόγελο που ηρεμεί όλους."
"They described the incident as benign, with no lasting effects."
"Περιέγραψαν το περιστατικό ως καλοήθες, χωρίς μόνιμες επιπτώσεις."
"His benign advice was appreciated during troubled times."
Η λέξη "benign" προέρχεται από το λατινικό "benignus", που σημαίνει "καλός, ευγενής", ενώ η λέξη "tumor" προέρχεται από το λατινικό "tumor", που σημαίνει "φούσκωμα" ή "διόγκωση".
Συνώνυμα: - καλοήθεις όγκος - μη καρκινώδης όγκος
Αντώνυμα: - κακοήθης όγκος - καρκινώδης όγκος