Το "bibliotheque" είναι ουσιαστικό.
/ˈbɪbliəˌθɛk/
Η λέξη "bibliotheque" (ο όρος στα αγγλικά είναι "library") αναφέρεται σε ένα μέρος όπου αποθηκεύονται και διατίθενται βιβλία και άλλα αναγνώσιμα υλικά για τη δημόσια ή προσωπική χρήση. Οι βιβλιοθήκες παρέχουν επίσης πρόσβαση σε ψηφιακούς πόρους και μπορούν να προσφέρουν εκδηλώσεις και υπηρεσίες για την κοινότητα.
Η λέξη χρησιμοποιείται συχνά και σε προφορικό και σε γραπτό λόγο, αλλά μπορεί να προτιμάται περισσότερο σε γραπτές περιγραφές, καθώς αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο ίδρυμα.
Η βιβλιοθήκη είναι ένας ήσυχος χώρος για μελέτη.
She borrowed several books from the bibliotheque last week.
Δάνεισε αρκετά βιβλία από τη βιβλιοθήκη την προηγούμενη εβδομάδα.
The bibliotheque offers a variety of resources for research.
Η λέξη "bibliotheque" δεν είναι συνήθως συνδεδεμένη με πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ορισμένα εκφραστικά μοτίβα.
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια πηγή πλούσιων και ποικίλων πληροφοριών.
Diving into the bibliotheque of history
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει την εξερεύνηση ιστορικών αρχείων.
In the bibliotheque of life
Η λέξη προέρχεται από το Γαλλικό "bibliothèque", το οποίο ενσωματώνει τις ρίζες από τα ελληνικά "βίβλος" (biblion - βιβλίο) και "θήκη" (thēkē - θύλακος ή αποθήκη).
Συνώνυμα: - Library (αγγλικά) - Reading room (αναγνωστήριο)
Αντώνυμα: - None (δεύτερη κατηγορία) - (Η έννοια της λέξης "bibliotheque" δεν έχει άμεσα αντίθετο όρο, δεδομένου ότι αναφέρεται σε συγκεκριμένο χώρο συγκέντρωσης γνώσης).
Αυτή είναι μια συνοπτική αλλά πληροφοριακή ανάλυση της λέξης "bibliotheque" με όλες τις απαραίτητες λεπτομέρειες.