Ίδιον ουσιαστικό
/bɪlˈhɑːr.zi.ə/
Η "bilharzia" αναφέρεται σε μια παρασιτική ασθένεια που προκαλείται από σκουλήκια που ανήκουν στο γένος Schistosoma. Η ασθένεια συχνά μεταδίδεται μέσω μολυσμένων υδάτων και μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα υγείας, όπως βλάβες στα εσωτερικά όργανα. Στη γλώσσα των Αγγλικών, χρησιμοποιείται κυρίως σε ιατρικά ή βιολογικά πλαίσια. Έχει αρκετά υψηλή συχνότητα εμφάνισης σε γραπτό λόγο, ειδικά σε επιστημονικά ή ιατρικά κείμενα, και λιγότερο συχνά στην καθημερινή συνομιλία.
People living near contaminated water sources are at a high risk of bilharzia.
Οι άνθρωποι που ζουν κοντά σε μολυσμένες πηγές νερού είναι σε υψηλό κίνδυνο να προσβληθούν από βιλχαρζία.
Bilharzia can lead to serious health issues if left untreated.
Η βιλχαρζία μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα υγείας αν δεν αντιμετωπιστεί.
Symptoms of bilharzia often include abdominal pain and blood in urine.
Τα συμπτώματα της βιλχαρζίας περιλαμβάνουν συχνά κοιλιακό πόνο και αίμα στα ούρα.
Η λέξη "bilharzia" δεν είναι ιδιαίτερα χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο, η συνειδητοποίηση της ασθένειας αυτής είναι σημαντική στη συζήτηση σχετικά με την υγεία.
Awareness about bilharzia is crucial for preventing outbreaks.
Η ευαισθητοποίηση σχετικά με τη βιλχαρζία είναι κρίσιμη για την πρόληψη επιδημιών.
Programs aimed at reducing bilharzia transmission have been implemented in several communities.
Προγράμματα που αποσκοπούν στη μείωση της μετάδοσης της βιλχαρζίας έχουν εφαρμοστεί σε πολλές κοινότητες.
Education on safe water practices can lower the incidence of bilharzia.
Η εκπαίδευση σχετικά με ασφαλείς πρακτικές νερού μπορεί να μειώσει την εμφάνιση της βιλχαρζίας.
Η λέξη "bilharzia" προέρχεται από τον Γερμανό ιατρό Theodor Bilharz, ο οποίος ανακάλυψε το παράσιτο Schistosoma το 1851.
Συνώνυμα: - Schistosomiasis (ιατρικός όρος)
Αντώνυμα: - Υγιής κατάσταση (healthy condition)
Αυτή είναι η πλήρης ανάλυση της λέξης "bilharzia".