Όρος: Biogenetic sediments
Μέρος του λόγου: Ουσιαστικό (Noun)
Φωνητική μεταγραφή: /ˌbaɪoʊdʒəˈnɛtɪk ˈsɛdɪmənts/
Περιγραφή: Τα βιογενή ιζήματα είναι τύποι ιζημάτων που προέρχονται από βιολογικές διαδικασίες, όπως η απόθεση οργανικών υπολειμμάτων. Αυτά τα ιζήματα σχηματίζονται κυρίως μέσω της αποσάθρωσης, της αποσύνθεσης και της συσσώρευσης οργανικών υλικών. Συχνά χρησιμοποιούνται στη γεωλογία και την παλαιοντολογία για να μελετηθούν οι περιβαλλοντικές συνθήκες του παρελθόντος.
Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά: Χρησιμοποιούνται κυρίως σε επιστημονικά κείμενα και μελέτες. Η συχνότητα χρήσης τους είναι μεγαλύτερη στο γραπτό πλαίσιο παρά στον προφορικό λόγο.
Biogenetic sediments play a crucial role in understanding ancient ecosystems.
Τα βιογενή ιζήματα παίζουν καθοριστικό ρόλο στην κατανόηση των αρχαίων οικοσυστημάτων.
The analysis of biogenetic sediments can reveal past climate conditions.
Η ανάλυση των βιογενών ιζημάτων μπορεί να αποκαλύψει τις κλιματικές συνθήκες του παρελθόντος.
Researchers collected samples of biogenetic sediments from the ocean floor.
Οι ερευνητές συνέλεξαν δείγματα βιογενών ιζημάτων από τον βυθό του ωκεανού.
Τα βιογενή ιζήματα δεν χρησιμοποιούνται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδεθούν με κάποιες επιστημονικές φράσεις. Εδώ είναι μερικές προτάσεις:
The presence of biogenetic sediments indicates healthy marine life.
Η παρουσία βιογενών ιζημάτων δείχνει υγιή θαλάσσια ζωή.
Studying biogenetic sediments helps us understand the impact of climate change on marine ecosystems.
Η μελέτη των βιογενών ιζημάτων μας βοηθά να κατανοήσουμε τον αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής στα θαλάσσια οικοσυστήματα.
Biogenetic sediments often contain fossils from prehistoric creatures.
Τα βιογενή ιζήματα περιέχουν συχνά απολιθώματα προϊστορικών πλασμάτων.
Συνώνυμα: - Organic sediments (Οργανικά ιζήματα) - Biological deposits (Βιολογικές καταθέσεις)
Αντώνυμα: - Inorganic sediments (Ανώργανα ιζήματα) - Non-biological deposits (Μη βιολογικές καταθέσεις)