Βιολογική κόλλα (biological adhesive) είναι μια φράση που χρησιμοποιείται κυρίως ως ουσιαστικό.
/baɪəˈlɒdʒɪkəl əˈdɪsɪv/
Η φράση "biological adhesive" αναφέρεται σε μια ουσία που χρησιμοποιείται για να κολλήσει ή να συνδέσει βιολογικά υλικά, όπως κύτταρα, ιστούς ή οργανισμούς. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ιατρικές εφαρμογές, όπως οι χειρουργικές επεμβάσεις και η αποκατάσταση τραυμάτων. Στη γλώσσα των Αγγλικών, χρησιμοποιείται συχνά σε επιστημονικά και τεχνικά πλαίσια, ενδεχομένως λιγότερο στην καθημερινή ομιλία αλλά περισσότερο σε γραπτές αναφορές ή έρευνες.
Οι ερευνητές ανέπτυξαν μια βιολογική κόλλα που μπορεί να προάγει την επούλωση των ιστών.
Biological adhesives are used in various medical applications for wound closure.
Οι βιολογικές κόλλες χρησιμοποιούνται σε διάφορες ιατρικές εφαρμογές για το κλείσιμο τραυμάτων.
The effectiveness of the biological adhesive was tested in animal models.
Η φράση "biological adhesive" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να ενσωματωθεί σε επιστημονικά ή τεχνικά συμφραζόμενα. Παρ' όλα αυτά, ακολουθούν μερικές σχετικές προτάσεις που δείχνουν την εφαρμογή της:
Η χρήση βιολογικής κόλλας μπορεί να δημιουργήσει μια αδιάκοπη σύνδεση μεταξύ των ιστών.
In surgery, a biological adhesive is crucial for effective repair.
Στη χειρουργική, μια βιολογική κόλλα είναι κρίσιμη για αποτελεσματική αποκατάσταση.
The development of biological adhesives has revolutionized wound care.
Ο σχεδιασμός βιολογικών κολλών έχει επαναστατήσει τη φροντίδα τραυμάτων.
Researchers are investigating the properties of biological adhesives in nature.
Η λέξη "biological" προέρχεται από το ελληνικό "βιολογία" και συνδυάζεται με την λέξη "adhesive", η οποία προέρχεται από το λατινικό "adhaesivus", που σημαίνει "κολλητικός" ή "συνδετικός".
Συνώνυμα: - Organic adhesive (οργανική κόλλα) - Natural adhesive (φυσική κόλλα)
Αντώνυμα: - Synthetic adhesive (συνθετική κόλλα) - Artificial adhesive (τεχνητή κόλλα)