"Blank liner" είναι φραστική σύνθεση που λειτουργεί κυρίως ως ουσιαστικό.
/blæŋk ˈlaɪnər/
Η φράση "blank liner" αναφέρεται σε μια κενή γραμμή ή σε μια έντυπη σελίδα που έχει επάνω της γραμμές χωρίς περιεχόμενο. Αυτές οι γραμμές χρησιμοποιούνται συχνά σε σημειώσεις, σχέδια ή σε πεδία όπου χρειάζεται να καταγραφούν πληροφορίες. Η χρήση της είναι κοινή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και είναι πιο συχνή σε κοινούς γραπτούς διαλόγους ή σε περιγραφές.
Γέμισα την κενή γραμμή με τις σκέψεις μου.
Please leave a blank liner for additional notes.
Παρακαλώ αφήστε μια κενή γραμμή για πρόσθετες σημειώσεις.
The teacher asked us to draw a blank liner in our notebooks.
Η φράση "blank liner" δεν είναι ιδιαίτερα χρήσιμη σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε σχετικούς σχηματισμούς και φράσεις που περιγράφουν τη διαδικασία καταγραφής ή της δημιουργίας.
Δεν μπορείτε να έχετε τέλειο σχέδιο χωρίς μια κενή γραμμή.
"Use a blank liner to jot down your ideas quickly."
Χρησιμοποιήστε μια κενή γραμμή για να σημειώσετε γρήγορα τις ιδέες σας.
"The blank liner represents all the untold stories we have."
Η φράση "blank liner" προέρχεται από το αγγλικό "blank," που σημαίνει "κενός" ή "άδειος," και "liner," που αναφέρεται σε μια γραμμή ή την επιφάνεια όπου μπορεί να γραφεί κάτι.