blench - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

blench (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ρήμα

Φωνητική μεταγραφή

/blɛnʧ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "blench" χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη του να αποφεύγεις ή να παραλείπεις κάτι, συχνά λόγω φόβου ή αδυναμίας. Στην αγγλική γλώσσα, δεν είναι ιδιαίτερα συχνά χρησιμοποιούμενη και συνήθως εντοπίζεται σε πιο θεατρικά ή λογοτεχνικά συμφραζόμενα. Χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτά κείμενα παρά σε προφορικές συνομιλίες.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. He decided to blench from the confrontation when he saw how angry she was.
  2. Αποφάσισε να παραλείψει την αντιπαράθεση όταν είδε πόσο θυμωμένη ήταν εκείνη.

  3. During the interview, she began to blench at the tough questions asked by the panel.

  4. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, άρχισε να παραλείπει τις δύσκολες ερωτήσεις που έκανε η επιτροπή.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "blench" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί σε φράσεις που εκφράζουν φόβο ή δισταγμό.

  1. To blench at the challenge is to show weakness.
  2. Το να παραλείψεις την πρόκληση είναι να δείξεις αδυναμία.

  3. If you blench in front of your fears, they will only grow stronger.

  4. Αν παραλείπεις μπροστά στους φόβους σου, θα γίνουν μόνο πιο δυνατοί.

  5. Do not blench when faced with adversity; face it head-on.

  6. Μην παραλείπεις όταν αντιμετωπίζεις αντιξοότητες; Αντιμετώπισέ το κατά μέτωπο.

Ετυμολογία

Η λέξη "blench" προέρχεται από το μεσαία αγγλικά "blenchen," που σημαίνει "να ρίχνω μια ματιά" ή "να παραλείπω". Η ρίζα της μπορεί να σχετίζεται με γερμανικές γλώσσες, όπου χρησιμοποιούνται παρόμοιες μορφές.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - shirk (παραλείπω) - flinch (τρελαίνομαι) - recoil (παλινδρομώ)

Αντώνυμα: - confront (αντιμετωπίζω) - pursue (διώκω) - engage (συμμετέχω)



25-07-2024