Bloodwort είναι ένα ουσιαστικό.
/ˈblʌd.wɜːrt/
Bloodwort αναφέρεται σε διάφορα είδη φυτών που ανήκουν κυρίως στη οικογένεια των φαρμακευτικών φυτών. Ιστορικά, χρησιμοποιήθηκε για θεραπευτικούς σκοπούς αλλά μπορεί επίσης να αναφέρεται σε φυτά που χρησιμοποιούνται παραδοσιακά για τη θεραπεία "του αίματος". Η χρήση της λέξης είναι αρκετά σπάνια στην καθημερινή γλώσσα και συνήθως απαντά σε γραπτό κείμενο, ιδιαίτερα σε φαρμακευτικά ή βοτανικά συμφραζόμενα.
The herbalist recommended bloodwort for its therapeutic properties.
(Ο βοτανολόγος συνέστησε το αίμα-χόρτο για τις θεραπευτικές του ιδιότητες.)
Ancient cultures often used bloodwort in their medicine.
(Οι αρχαίοι πολιτισμοί συχνά χρησιμοποιούσαν το αίμα-χόρτο στην ιατρική τους.)
Η λέξη "bloodwort" δεν είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις. Εντούτοις, μπορεί να συνδεθεί με φράσεις που αναφέρονται σε φυτά ή βότανα.
"To bleed like bloodwort" is a phrase used to describe something that can easily be injured.
(Να αιμορραγείς σαν το αίμα-χόρτο είναι μια φράση που χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που μπορεί εύκολα να τραυματιστεί.)
"A bloodwort remedy for every ailment" suggests a belief in the healing powers of plants.
(Ένα αίμα-χόρτο για κάθε ασθένεια υποδηλώνει μια πίστη στις θεραπευτικές δυνάμεις των φυτών.)
Η προέλευση της λέξης "bloodwort" προέρχεται από τις αγγλικές λέξεις "blood" (αίμα) και "wort" (χόρτο ή φυτό). Το "wort" χρησιμοποιείται παραδοσιακά για να αναφέρεται σε βότανα ή φυτά που έχουν θεραπευτικές ιδιότητες.
Συνώνυμα: - A herbal remedy - Medicinal plant
Αντώνυμα: - Poison (φυτά που είναι δηλητηριώδη)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια συνολική εικόνα για τη λέξη "bloodwort" και τις χρήσεις της.