boiler flue (φράση)
/ˈbɔɪlər fluː/
Η φράση "boiler flue" αναφέρεται στον σωλήνα ή την καπνοδόχο που διοχετεύει τις καπνός και τα καυσαέρια, που παράγονται από ένα λέβητα (boiler) κατά τη διαδικασία θέρμανσης. Χρησιμοποιείται κυρίως στο πλαίσιο θέρμανσης κτηρίων ή σε διαδικασίες παραγωγής ζεστού νερού. Η χρήση της είναι πιο συχνή στον γραπτό λόγο, ιδιαίτερα σε τεχνικά ή κατασκευαστικά περιβάλλοντα.
Ο τεχνικός εξέτασε την καπνοδόχο του λέβητα για τυχόν αποκλεισμούς.
A properly functioning boiler flue is essential for safety.
Μια σωστά λειτουργούσα καπνοδόχος λέβητα είναι απαραίτητη για την ασφάλεια.
If the boiler flue is damaged, it could lead to dangerous fumes in the home.
Η φράση "boiler flue" δεν είναι συνηθισμένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε τεχνικούς όρους. Ωστόσο, η έννοια των καυσαερίων και των συστημάτων θέρμανσης μπορεί να σχετίζεται με κάποιες σχετικές έννοιες:
Εκτός της καπνοδόχου - Ένας όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τους καπνούς που εκβάλλονται από την καπνοδόχο.
Flue gas analysis - A procedure to analyze the combustion gases emitted from the boiler flue.
Ανάλυση καυσαερίων - Μια διαδικασία για να αναλυθούν τα καυσαέρια που εκλύονται από την καπνοδόχο του λέβητα.
Seal the flue properly - A recommendation for ensuring that the flue does not allow unwanted air or gases into the space.
Η λέξη "boiler" προέρχεται από το λατινικό "bullire" που σημαίνει "βράσιμο". Η λέξη "flue" προέρχεται από το παλιό γαλλικό "flue" που σημαίνει "σωλήνας" ή "σωλήνωση".
Συνώνυμα: - Chimney (καπνοδόχος) - Exhaust pipe (σωλήνας εξαγωγής)
Αντώνυμα: - (Δεν υπάρχουν σαφή αντώνυμα, καθώς η φράση αναφέρεται σε μία ειδική δομή)