Μαθηματική Έννοια / Φράση
/ˈboʊltɪd kəˈnɛkʃən/
Η φράση "bolted connection" αναφέρεται σε μια μέθοδο σύνδεσης δύο ή περισσότερων αντικειμένων, όπου χρησιμοποιούνται βίδες ή πείροι για την άμεση σύνδεση τους. Αυτή η μέθοδος είναι κοινή σε κατασκευαστικά περιβάλλοντα, όπως η μηχανική και η πολιτική μηχανική, καθώς προσφέρει δύναμη και σταθερότητα στη σύνδεση.
Η χρήση της φράσης είναι συχνή κυρίως σε τεχνικά και βιομηχανικά κείμενα, ωστόσο μπορεί να χρησιμοποιείται και σε προφορικές συζητήσεις σχετικά με κατασκευές και δομές.
Ο μηχανικός επέλεξε έναν βιδωτό σύνδεσμο για τις χάλκινες δοκούς.
A bolted connection provides a strong joint between different components.
Ένας βιδωτός σύνδεσμος παρέχει μια ισχυρή σύνδεση μεταξύ διάφορων στοιχείων.
During the inspection, the team checked the integrity of the bolted connections.
Η φράση "bolted connection" δεν χρησιμοποιείται τόσο συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να απαντήσει σε τεχνικά συμφραζόμενα χρησιμοποιούμενη σε περιγραφές ή αναλύσεις.
Στην κατασκευή, ένας βιδωτός σύνδεσμος συχνά θεωρείται ο χρυσός κανόνας.
To ensure safety, each bolted connection must be checked regularly.
Για να εξασφαλιστεί η ασφάλεια, κάθε βιδωτός σύνδεσμος πρέπει να ελέγχεται τακτικά.
A well-designed bolted connection can withstand significant loads.
Η λέξη "bolt" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "bolt" που σημαίνει "ασφάλεια" ή "βίδα", και η λέξη "connection" προέρχεται από τη λατινική λέξη "conectere", που σημαίνει "συνδέω". Η σύνθεση των δύο αυτών λέξεων δημιουργεί τη φράση που χρησιμοποιούμε σήμερα.