Branch pipe: Ουσιαστικό
/ˈbrænʧ paɪp/
Ο όρος "branch pipe" αναφέρεται σε έναν σωλήνα που διακλαδίζει από έναν κύριο σωλήνα ή αγωγό για να μεταφέρει υγρά ή αέρια σε διαφορετικές κατευθύνσεις. Χρησιμοποιείται συχνά σε συστήματα ύδρευσης, αποχέτευσης, κλιματισμού και σε βιομηχανικά περιβάλλοντα. Η χρήση του μπορεί να εντοπιστεί περισσότερο σε γραπτά τεχνικά κείμενα και λιγότερο σε προφορικό λόγο.
The branch pipe was connected to the main pipeline to distribute water to the nearby houses.
Ο σωλήνας παρακλάδι ήταν συνδεδεμένος με τον κύριο αγωγό για να διανέμει νερό στα κοντινά σπίτια.
We need to check if the branch pipe is leaking before we proceed with the installation.
Πρέπει να ελέγξουμε αν ο σωλήνας παρακλάδι έχει διαρροή πριν προχωρήσουμε με την εγκατάσταση.
During the maintenance, the technician discovered a blockage in the branch pipe.
Κατά τη διάρκεια της συντήρησης, ο τεχνικός ανακάλυψε μια απόφραξη στον σωλήνα παρακλάδι.
Παρά τις περιορισμένες χρήσεις, υπάρχουν ορισμένες φράσεις που σχετίζονται με τη λειτουργία των σωλήνων:
"The branch pipe left no room for mistakes."
Ο σωλήνας παρακλάδι δεν άφησε περιθώρια για λάθη.
"Make sure the branch pipe is properly insulated to prevent freezing."
Βεβαιωθείτε ότι ο σωλήνας παρακλάδι είναι σωστά μονωμένος για να αποφευχθεί η ψύξη.
"In the event of high pressure, the branch pipe must be able to handle the stress."
Σε περίπτωση υψηλής πίεσης, ο σωλήνας παρακλάδι πρέπει να μπορεί να αντέξει την πίεση.
"A well-designed branch pipe can enhance the efficiency of the whole system."
Ένας καλά σχεδιασμένος σωλήνας παρακλάδι μπορεί να ενισχύσει την αποδοτικότητα ολόκληρου του συστήματος.
Η φράση "branch pipe" προέρχεται από την αγγλική γλώσσα, όπου "branch" σημαίνει "παρακλάδι" ή "διακλάδωση" και "pipe" σημαίνει "σωλήνας". Ο συνδυασμός των δύο όρων επισημαίνει τη λειτουργία του σωλήνα στη διανομή ή μεταφορά υλικών.
Συνώνυμα: - Diverter pipe (σωλήνας διακλάδωσης) - Lateral pipe (πλευρικός σωλήνας)
Αντώνυμα: - Main pipe (κύριος σωλήνας) - Trunk line (κεντρικός αγωγός)