Branched covering είναι μια φράση που χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό.
/ˈbrænʧt ˈkʌvərɪŋ/
Branched covering αναφέρεται σε μια ειδική κατηγορία μαθηματικών καλυμμάτων μεταξύ γεωμετρικών χώρων ή χώρων τοπολογίας, όπου υπάρχουν διαφορετικοί κλάδοι (ή 'branches') που προέρχονται από μια βάση. Χρησιμοποιείται ευρέως στη θεωρία των τοπολογιών και στην γεωμετρία.
Η χρήση της φράσης είναι κυρίως γραπτή και εμφανίζεται περισσότερο σε επιστημονικές και ακαδημαϊκές συζητήσεις.
Η έννοια του κλαδωτού καλύμματος είναι θεμελιώδης στην αλγεβρική τοπολογία.
Researchers often study the properties of branched coverings to understand singularities.
Οι ερευνητές συχνά μελετούν τις ιδιότητες των κλαδωτών καλυμμάτων για να κατανοήσουν τις μοναδικότητες.
In complex analysis, branched coverings can help visualize multi-valued functions.
Στην αγγλική γλώσσα, η φράση "branched covering" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, καθώς είναι πιο τεχνική και εξειδικευμένη. Ωστόσο, μπορούμε να προχωρήσουμε με μερικές σχετικές προτάσεις:
Ο μαθηματικός εξήγησε πώς τα κλαδωτά καλύμματα σχετίζονται με τις θεμελιώδεις ομάδες.
Understanding branched coverings is crucial for solving complex equations.
Η κατανόηση των κλαδωτών καλυμμάτων είναι σημαντική για την επίλυση σύνθετων εξισώσεων.
The study of branched coverings can lead to new insights in topology.
Η φράση "branched covering" προέρχεται από τον όρο "branched" που σημαίνει "κλαδωτός" (από το ρήμα "branch" που σημαίνει "κλαδώνω") και "covering" που προέρχεται από το ρήμα "cover" που σημαίνει "καλύπτω".
Συνώνυμα: - branched projection - altitudinal covering
Αντώνυμα: - simple covering - unbranched covering
Αυτή η πληροφορία αναδεικνύει τη σημασία και την εφαρμογή της φράσης "branched covering" στον τομέα των μαθηματικών, κυρίως στον τομέα της τοπολογίας.