"Breeding property" είναι μια φράση που περιλαμβάνει μια γενική έννοια αντικειμένων, καθώς αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη ιδιοκτησία ή γη που χρησιμοποιείται για αναπαραγωγή (συχνά ζώων).
/briːdɪŋ ˈprɒpəti/
Ο όρος "breeding property" αναφέρεται σε χώρους ή εκτάσεις γης που προορίζονται ειδικά για την αναπαραγωγή ζώων, όπως τέτοια για φυλές αλόγων, σκύλων ή άλλων ζώων. Πιο συγκεκριμένα, μπορεί να αναφέρεται σε χώρους που περιλαμβάνουν ειδικές εγκαταστάσεις αναπαραγωγής, τους κατάλληλους πόρους για τη φροντίδα των ζώων, καθώς και τις υποδομές για την σωστή φροντίδα και ανατροφή των απογόνων. Η έκφραση χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο, όπως στη νομοθεσία, την κτηνοτροφία ή σχετικές βιομηχανίες.
Το αγρόκτημα είχε οριστεί ως ιδιοκτησία αναπαραγωγής για αγωνιστικά άλογα.
They invested in breeding property to enhance their dog breeding business.
Ο όρος "breeding property" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να περιληφθεί σε κάποιες αναφορές σχετικές με την αναπαραγωγή και την κτηνοτροφία.
Η επένδυση σε ιδιοκτησία αναπαραγωγής είναι ουσιώδης για μια επιτυχημένη κτηνοτροφική επιχείρηση.
"Many breeders consider location when selecting a breeding property."
Πολλοί εκτροφείς θεωρούν την τοποθεσία όταν επιλέγουν μια ιδιοκτησία αναπαραγωγής.
"They sold their old breeding property to start a new venture."
Η λέξη "breeding" προέρχεται από το αγγλικό ρήμα "breed," το οποίο σημαίνει να αναπαράγω, ενώ η λέξη "property" προέρχεται από την λατινική "proprietas," που σχετίζεται με την ιδιοκτησία και την κατοχή.
Αυτές οι πληροφορίες σχετικά με τον όρο "breeding property" καλύπτουν τη σημασία, τη χρήση, τις παραδείγματα προτάσεις και άλλες σχετικές λεπτομέρειες.