Επίθετο
/brɔːd ˈspɛktrəm/
Η έκφραση "broad-spectrum" αναφέρεται σε κάτι που καλύπτει ή αγγίζει ένα ευρύ φάσμα ή ποικιλία. Χρησιμοποιείται κυρίως στον τομέα της ιατρικής για να περιγράψει φάρμακα που είναι αποτελεσματικά έναντι πολλών διαφορετικών παθογόνων παραγόντων σε αντίθεση με εκείνα που έχουν περιορισμένη δράση. Η χρήση της είναι συχνά πιο συχνή σε επιστημονικά και ιατρικά κείμενα παρά στην καθημερινή ομιλία.
The doctor prescribed a broad-spectrum antibiotic to treat the infection.
(Ο γιατρός συνταγογράφησε ένα ευρέως φάσματος αντιβιοτικό για να θεραπεύσει τη μόλυνση.)
Broad-spectrum sunblock is essential for protecting your skin from UV rays.
(Το ευρέως φάσματος αντηλιακό είναι απαραίτητο για την προστασία του δέρματός σας από τις UV ακτίνες.)
Η φράση "broad-spectrum" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να παρατηρηθεί σε ειδικές ιατρικές ή επιστημονικές αναφορές. Ωστόσο, εδώ είναι μερικές προτάσεις που συνδέονται με την έννοια της "ευρύτητας":
Broad-spectrum analysis reveals various factors impacting the results.
(Η ευρεία ανάλυση αποκαλύπτει διάφορους παράγοντες που επηρεάζουν τα αποτελέσματα.)
The researcher utilized broad-spectrum methods to gather data.
(Ο ερευνητής χρησιμοποίησε ευρείς μεθόδους για να συγκεντρώσει δεδομένα.)
In a broad-spectrum approach, multiple scenarios are considered.
(Σε μια ευρεία προσέγγιση, εξετάζονται πολλά σενάρια.)
Η λέξη "broad" προέρχεται από την παλαιά Αγγλική λέξη "brād", που σημαίνει "ευρύ" ή "πλατύ". Η λέξη "spectrum" προέρχεται από τη Λατινική λέξη "spectrum", που σημαίνει "εικόνα" ή "θέαμα", αναφερόμενη σε ένα φάσμα φαινομένων ή χρωμάτων.
Συνώνυμα: - Wide-ranging - Comprehensive - All-encompassing
Αντώνυμα: - Narrow-spectrum - Limited - Specific