Brush-fire είναι κυρίως ουσιαστικό.
/phras/ /faɪər/
Η λέξη "brush-fire" αναφέρεται συνήθως σε μια πυρκαγιά που καίει σε φυτά με χαμηλή βλάστηση ή θαμνώδη περιοχή. Αυτός ο τύπος φωτιάς μπορεί να ξεσπάσει εύκολα και να εξαπλωθεί γρήγορα, ειδικά σε συνθήκες ξηρού καιρού. Χρησιμοποιείται τυπικά στο γραπτό λόγο και σε επίσημα περιβάλλοντα, αλλά μπορεί να εμφανίζεται και σε προφορικό λόγο, κυρίως όταν συζητούνται θέματα σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος ή την πυροσβεστική.
Η πυρκαγιά σε θαμνώδη περιοχή εξαπλώθηκε γρήγορα λόγω των ξηρών ανέμων.
The firefighters worked tirelessly to control the brush-fire.
Οι πυροσβέστες εργάστηκαν ακούραστα για να ελέγξουν την πυρκαγιά σε θαμνώδη περιοχή.
Many homes were threatened by the brush-fire last summer.
Η λέξη "brush-fire" δεν χρησιμοποιείται συνήθως σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να παρατηρηθούν κάποιες μεταφορικές χρήσεις:
"Η διαφωνία τους μετατράπηκε σε πυρκαγιά σε θαμνώδη περιοχή, εξαπλώνοντας γρήγορα μέσα στην ομάδα."
"The rumor was like a brush-fire, igniting concern among the community."
"Η φήμη ήταν σαν πυρκαγιά σε θαμνώδη περιοχή, ανάβοντας ανησυχία στην κοινότητα."
"We need to put out this brush-fire before it escalates into a larger problem."
Η λέξη "brush" προέρχεται από τη μεσαιωνική αγγλική λέξη "brushe" που σημαίνει "να καθαρίσεις" και αναφέρεται σε παχιά βλάστηση. Η λέξη "fire" έχει προέλθει από την παλαιοαγγλική μορφή "fyr". Οι δύο λέξεις συνδυάστηκαν για να περιγράψουν φωτιά σε θαμνώδεις περιοχές.
Συνώνυμα - Wildfire - Grass fire - Thicket fire
Αντώνυμα - Extinction (αναφορά στην κατάσβεση) - Quenching (σβήσιμο) - Fire safety (ασφάλεια από φωτιά)
Αυτές οι πληροφορίες δίνουν μια εκτενή ενημέρωση σχετικά με την έννοια και τη χρήση της λέξης "brush-fire" στην αγγλική γλώσσα.