budgetary - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

budgetary (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

Το "budgetary" είναι επίθετο.

Φωνητική Μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή του "budgetary" είναι /ˈbʌdʒɪtəri/.

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της Λέξης

Η λέξη "budgetary" αναφέρεται σε οτιδήποτε σχετίζεται με τον προϋπολογισμό ή τις διαδικασίες και τις αποφάσεις που περιλαμβάνονται σε αυτόν. Χρησιμοποιείται κυρίως σε οικονομικά και διοικητικά συμφραζόμενα, καθώς και σε συζητήσεις σχετικά με τη χρηματοδότηση και τις δαπάνες. Η συχνότητα χρήσης είναι υψηλή και συναντάται τόσο σε προφορικές όσο και σε γραπτές επικοινωνίες. Ωστόσο, είναι πιο συνηθισμένο να χρησιμοποιείται σε γραπτό περιβάλλον, όπως οικονομικές αναφορές, επιχειρηματικά σχέδια και κρατικά έγγραφα.

Παραδειγματικές Προτάσεις

  1. The committee discussed the budgetary constraints for the upcoming year.
    Η επιτροπή συζήτησε τους δημοσιονομικούς περιορισμούς για το επόμενο έτος.

  2. Effective budgetary management is essential for any organization.
    Η αποτελεσματική προϋπολογιστική διαχείριση είναι απαραίτητη για κάθε οργανισμό.

  3. The government proposed new budgetary measures to reduce spending.
    Η κυβέρνηση πρότεινε νέα προϋπολογιστικά μέτρα για τη μείωση των δαπανών.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Ενδεχομένως, η λέξη "budgetary" δεν είναι μέρος πολλών ιδιωματικών εκφράσεων. Παρόλα αυτά, μπορούμε να δούμε φράσεις που σχετίζονται με προϋπολογισμούς.

  1. Budgetary concerns arise when costs exceed revenues.
    Οι δημοσιονομικές ανησυχίες προκύπτουν όταν τα έξοδα ξεπερνούν τα έσοδα.

  2. The company is facing serious budgetary challenges.
    Η εταιρεία αντιμετωπίζει σοβαρές προϋπολογιστικές προκλήσεις.

  3. They have implemented strict budgetary policies to ensure sustainability.
    Εφάρμοσαν αυστηρές δημοσιονομικές πολιτικές για να εξασφαλίσουν τη βιωσιμότητα.

  4. A budgetary review will take place at the end of the quarter.
    Μια προϋπολογιστική ανασκόπηση θα διεξαχθεί στο τέλος του τριμήνου.

  5. The budgetary process is critical for planning future projects.
    Η προϋπολογιστική διαδικασία είναι κρίσιμη για τον προγραμματισμό μελλοντικών έργων.

Ετυμολογία

Η λέξη "budgetary" προέρχεται από τη λέξη "budget", που εισήχθη στην αγγλική γλώσσα από τη γαλλική "bougette", που σημαίνει "τσέπη" ή "σάκος", και προέρχεται από τη λατινική λέξη "bulga". Το "budget" άρχισε να χρησιμοποιείται σε οικονομικό πλαίσιο κατά τον 18ο αιώνα.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - δημοσιονομικός - προϋπολογιστικός

Αντώνυμα: - απροϋπολόγιστος - έξοδα χωρίς περιορισμούς



25-07-2024