Bulbitis είναι ένα ουσιαστικό.
/ˈbʌlbɪtɪs/
Bulbitis αναφέρεται σε φλεγμονή του βολβού του δωδεκαδακτύλου, που είναι το πρώτο τμήμα του λεπτού εντέρου. Η βουλβίτιδα μπορεί να προκαλείται από λοιμώξεις, ερεθιστικούς παράγοντες, φάρμακα ή άλλες καταστάσεις. Στη γλώσσα αγγλικά, η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως σε ιατρικά κείμενα και συζητήσεις. Είναι πιο συχνά ανευρέσιμη σε γραπτό πλαίσιο παρά στον προφορικό λόγο.
The doctor diagnosed her with bulbitis after reviewing her symptoms.
Ο γιατρός διαπίστωσε ότι είχε βουλβίτιδα μετά την εξέταση των συμπτωμάτων της.
Treatment for bulbitis often includes dietary adjustments and medication.
Η θεραπεία για τη βουλβίτιδα περιλαμβάνει συχνά διατροφικές αλλαγές και φαρμακευτική αγωγή.
Chronic bulbitis can lead to more serious gastrointestinal issues.
Η χρόνια βουλβίτιδα μπορεί να οδηγήσει σε πιο σοβαρά γαστρεντερικά προβλήματα.
Η λέξη "bulbitis" δεν είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις, και σπανίως θα οδηγήσει σε φράσεις ή εκφράσεις που σχετίζονται με την καθημερινή γλώσσα. Η χρήση της περιορίζεται κυρίως στον ιατρικό τομέα.
Η λέξη bulbitis προέρχεται από το λατινικό "bulbus" που σημαίνει «βολβός» και το ελληνικό "-itis", το οποίο σημαίνει «φλεγμονή». Έτσι, ενώνει τις έννοιες του βολβού και της φλεγμονής.
Συνώνυμα: - Duodenitis (φλεγμονή του δωδεκαδακτύλου)
Αντώνυμα: - Υγεία του βολβού (παρ' ότι δεν υπάρχει άμεσο αντίθετο για όρους ιατρικής φύσης, η κατάσταση της υγείας μπορεί να θεωρηθεί αντώνυμο).