Το "bulk boat" είναι μια φράση που χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα καράβι που είναι σχεδιασμένο για τη μεταφορά χύδην φορτίων.
/bʌlk boʊt/
Ο όρος "bulk boat" αναφέρεται σε πλοία που μεταφέρουν μεγάλα φορτία σε χύδην μορφή, όπως ορυκτά, σιτηρά, ή άλλα βιομηχανικά υλικά. Αυτά τα πλοία είναι ειδικά σχεδιασμένα για να διαχειρίζονται μεγάλες ποσότητες φορτίου και συχνά χρησιμοποιούνται στη ναυτιλία για διεθνείς μεταφορές. Αρκετές φορές, αυτή η φράση χρησιμοποιείται στον τομέα της ναυτιλίας και της εμπορικής διαχείρισης.
Η συχνότητα χρήσης του "bulk boat" είναι αρκετά υψηλή σε γραπτό πλαίσιο, όπως σε ναυτιλιακές αναφορές ή εμπορικά κείμενα, αλλά είναι λιγότερο κοινή στον προφορικό λόγο.
The bulk boat arrived at the port to unload its cargo.
(Το χύμα πλοίο έφτασε στο λιμάνι για να ξεφορτώσει το φορτίο του.)
Shipping companies are investing in new bulk boats to increase capacity.
(Οι ναυτιλιακές εταιρείες επενδύουν σε νέα χύμα πλοία για να αυξήσουν τη χωρητικότητα.)
The bulk boat can carry grain, coal, and minerals.
(Το χύμα πλοίο μπορεί να μεταφέρει σιτηρά, άνθρακα και μετάλλα.)
Ο όρος "bulk" μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, οι οποίες περιλαμβάνουν:
Example: He started weightlifting to bulk up for the competition.
(Άρχισε να σηκώνει βάρη για να «χτιστεί» για τον διαγωνισμό.)
In bulk
Buying in bulk means to purchase large quantities.
(Η αγορά σε χύμα σημαίνει να αγοράζεις μεγάλες ποσότητες.)
Example: We decided to buy rice in bulk to save money.
(Αποφασίσαμε να αγοράσουμε ρύζι σε χύμα για να εξοικονομήσουμε χρήματα.)
Bulk order
This refers to a large quantity order.
(Αυτό αναφέρεται σε παραγγελία μεγάλης ποσότητας.)
Η λέξη "bulk" προέρχεται από τη μεσαία αγγλική λέξη "bulk" που σήμαινε "όγκος" ή "μάζα". Το "boat" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "bōta", που σημαίνει "σκάφος" ή "πλοίο".