"bunch up" είναι φράση. Στην αγγλική γλώσσα, είναι συνδυασμός ρήματος και προθέματος.
/ˈbʌnʧ ʌp/
Η φράση "bunch up" χρησιμοποιείται για να περιγράψει την ενέργεια του να μαζεύεσαι ή να συγκεντρώνεσαι σε μια ομάδα ή σε μια μάζα. Στην καθημερινή γλώσσα, μπορεί να αναφέρεται στο να σφίγγεις ή να συσσωρεύεις αντικείμενα ή ακόμα και ανθρώπους.
Η χρήση της είναι πιο συχνή στον προφορικό λόγο, αν και μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί και σε γραπτά κείμενα.
"Ας μαζευτούμε για να μείνουμε ζεστοί."
"The children had to bunch up to fit in the small car."
"Τα παιδιά έπρεπε να μαζευτούν για να χωρέσουν στο μικρό αυτοκίνητο."
"When it started to rain, the hikers bunched up under the tree."
Η φράση "bunch up" χρησιμοποιείται και σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις, όπως:
"Μην μαζεύεστε γύρω από την πόρτα!"
"Let's not bunch up during the meeting."
"Ας μην μαζευτούμε κατά τη διάρκεια της συνάντησης."
"He tends to bunch up with his friends after school."
"Έχει την τάση να μαζεύεται με τους φίλους του μετά το σχολείο."
"The fabric tends to bunch up when it's too tight."
"Το ύφασμα έχει την τάση να μαζεύεται όταν είναι πολύ σφιχτό."
"During the storm, everyone bunched up in the corner of the room."
Η λέξη "bunch" προέρχεται από τη μέση Αγγλική λέξη "bunche", που σημαίνει "μάζα" ή "δέσμη". Το "up" είναι μια πρόθεση που χρησιμοποιείται συχνά για να εκφράσει την ιδέα της συγκέντρωσης ή του σφιξίματος.