Η φράση "burning-off" αναφέρεται στη διαδικασία ή πράξη της καύσης κάτι, συνήθως με σκοπό να απομακρύνει ή να ελαχιστοποιήσει έναν κίνδυνο ή για να αφαιρεθεί μια ανεπιθύμητη ύλη. Χρησιμοποιείται σε διάφορες βιομηχανίες, όπως η γεωργία ή η περιβαλλοντική διαχείριση.
Συχνότητα χρήσης: Η φράση δεν είναι απόλυτα κοινή, αλλά χρησιμοποιείται συχνά σε συγκεκριμένα τεχνικά ή επαγγελματικά συμφραζόμενα. Πιο συχνά εμφανίζεται στο γραπτό πλαίσιο.
"Οι αγρότες χρησιμοποιούν τεχνικές καύσης για να καθαρίσουν τα παλαιά υπολείμματα καλλιέργειας."
"Burning-off eliminates excess brush and prevents larger wildfires."
"Η καύση αφαιρεί την περιττή βλάστηση και προλαμβάνει μεγαλύτερες δασικές πυρκαγιές."
"Before planting new trees, they recommended burning-off the area."
"Η καύση των περιττών καυσίμων μπορεί να προλάβει μελλοντικές πυρκαγιές."
"The technique of burning-off is crucial in fire management."
"Η τεχνική της καύσης είναι κρίσιμη στη διαχείριση φωτιάς."
"We need to implement a burning-off plan before the dry season."
Η φράση "burning-off" προέρχεται από το ρήμα "burn" που σημαίνει «καίω» και την προσθήκη της μετοχής "-ing" και του προθέματος "off", υποδηλώνοντας την ιδέα της ολοκληρωτικής καύσης ή αφαίρεσης.
Αυτή ήταν η ανάλυση της φράσης "burning-off". Ελπίζω να ήταν χρήσιμη!