buttered joint - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

buttered joint (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "buttered joint" είναι μια φράση που χρησιμοποιείται κυρίως ως ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/bʌtərd dʒɔɪnt/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η φράση "buttered joint" δεν είναι μια κοινά χρησιμοποιούμενη έκφραση στα Αγγλικά και συνήθως αναφέρεται σε ένα σημείο ή μια άρθρωση που έχει βελτιωθεί ή είναι λιπαρή, είτε κυριολεκτικά είτε μεταφορικά. Η ερμηνεία της μπορεί να διαφέρει ανάλογα με το πλαίσιο στο οποίο χρησιμοποιείται. Η χρήση της σε προφορικό λόγο μπορεί να είναι σπάνια, ενώ η παρουσία της στο γραπτό πλαίσιο πιθανόν να είναι περιορισμένη.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. "The mechanic applied a buttered joint to the rusted parts."
    "Ο μηχανικός εφαρμόσε μια βουτυρωμένη άρθρωση στα σκουριασμένα μέρη."

  2. "In cooking, a buttered joint can make all the difference in flavor."
    "Στη μαγειρική, μια βουτυρωμένη άρθρωση μπορεί να κάνει τη διαφορά στη γεύση."

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση "buttered joint" δεν είναι από μόνες τους συχνά χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να συμπεριληφθεί σε συνδυασμούς που αναφέρονται στις βελτιώσεις ή προσθήκες που γίνονται σε ένα αντικείμενο ή μια κατάσταση, όπως:

  1. "He treated the old door like a buttered joint, making it smooth and slick."
    "Έφερε την παλιά πόρτα σαν μια βουτυρωμένη άρθρωση, κάνοντάς την λεία και στιλπνή."

  2. "When you're feeling down, sometimes a buttered joint in your routine can lift your spirits."
    "Όταν είσαι σε κακή διάθεση, μερικές φορές μια βουτυρωμένη άρθρωση στη ρουτίνα σου μπορεί να αναδείξει το ηθικό σου."

Ετυμολογία

Η λέξη "buttered" προέρχεται από το ρήμα "butter," που σημαίνει να εφαρμόζει βούτυρο ή να λιπαίνει, ενώ η λέξη "joint" προέρχεται από το λατινικό "junctus," που σημαίνει ενωμένος ή συνδεδεμένος.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Lubricated joint (λιπαντική άρθρωση) - Smooth connection (λεία σύνδεση)

Αντώνυμα: - Stiff joint (άνευ άρθρωση) - Rusty connection (σκουριασμένη σύνδεση)



25-07-2024