Η φράση "by the piece" λειτουργεί ως επιρρηματική έκφραση.
Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο (IPA): /baɪ ðə piːs/
Η έκφραση "by the piece" σημαίνει ότι κάτι πωλείται ή καταναλώνεται ανά κομμάτι, και όχι ως σύνολο ή παρτίδα. Χρησιμοποιείται συχνά στη γλώσσα των επιχειρήσεων και των καταναλωτών για να περιγράψει προϊόντα που διατίθενται σε τμήματα, στοιχεία ή μονάδες. Η χρήση της είναι πιο συχνή σε γραπτό πλαίσιο, αν και μπορεί επίσης να συναντηθεί στον προφορικό λόγο.
We decided to buy the fabric by the piece for our project.
Αποφασίσαμε να αγοράσουμε το ύφασμα κατά κομμάτι για το έργο μας.
The store sells fruit by the piece, so you can choose exactly what you want.
Το κατάστημα πουλάει φρούτα κατά κομμάτι, οπότε μπορείς να διαλέξεις ακριβώς αυτά που θέλεις.
You can order the furniture by the piece, which is more convenient for many customers.
Mπορείτε να παραγγείλετε έπιπλα κατά κομμάτι, κάτι που είναι πιο βολικό για πολλούς πελάτες.
He prefers to buy chocolate by the piece rather than in bulk.
Προτιμά να αγοράζει τη σοκολάτα κατά κομμάτι αντί για χύμα.
The bakery offers pastries by the piece on weekends.
Η αρτοποιία προσφέρει γλυκίσματα κατά κομμάτι τα σαββατοκύριακα.
You can rent tools by the piece instead of paying for a full set.
Μπορείτε να νοικιάσετε εργαλεία κατά κομμάτι αντί να πληρώσετε για ένα ολόκληρο σετ.
They sell the toys by the piece at the market, so you can mix and match.
Πωλούν τα παιχνίδια κατά κομμάτι στην αγορά, ώστε να μπορείτε να επιλέξετε και να συνδυάσετε.
In this restaurant, you can order sushi by the piece, allowing for a great variety.
Σε αυτό το εστιατόριο, μπορείτε να παραγγείλετε σούσι κατά κομμάτι, επιτρέποντας μεγάλη ποικιλία.
Η έκφραση "by the piece" προέρχεται από το αγγλικό "piece," που χρονολογείται από τον 13ο αιώνα, προερχόμενη από το λατινικό "pax," που σημαίνει τμήμα ή κομμάτι. Η χρήση της στην έννοια των μεμονωμένων πωλήσεων αναπτύχθηκε το 19ο αιώνα.
Συνώνυμα: - by the unit - individually
Αντώνυμα: - in bulk - wholesale