Ουσιαστικό
/ˈkælɪˌbreɪʃən ˈteɪbl/
Ο "calibration table" αναφέρεται σε ένα πίνακα ή κατάλογο που χρησιμοποιείται για την αναφορά των ρυθμίσεων που απαιτούνται για την ακριβή μέτρηση ή τη λειτουργία μιας συσκευής. Συχνά χρησιμοποιείται σε εργαστήρια, βιομηχανίες και ιατρικά περιβάλλοντα για να εξασφαλίσει ότι οι μετρήσεις είναι αξιόπιστες.
Η χρήση του όρου είναι κοινή και εμφανίζεται περισσότερο σε τεχνικά και επιστημονικά κείμενα παρά στον προφορικό λόγο. Χρησιμοποιείται με σχετική συχνότητα σε εργασιακά και μαθησιακά περιβάλλοντα.
Ο τεχνικός έλεγξε τον πίνακα βαθμονόμησης πριν τρέξει το πείραμα.
It's crucial to refer to the calibration table to ensure accurate measurements.
Είναι κρίσιμο να ανατρέξεις στον πίνακα βαθμονόμησης για να εξασφαλίσεις ακριβείς μετρήσεις.
The calibration table was updated with new data from the latest tests.
Ο όρος "calibration table" δεν είναι συνήθως μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά η έννοια του μπορεί να συγχωνευτεί σε ορισμένες συνηθισμένες εκφράσεις με σχετική σημασία για την ακριβεία και τη μέτρηση.
Πρέπει να βαθμονομήσεις τα όργανα σου σε σχέση με τον πίνακα βαθμονόμησης για να αποτρέψεις σφάλματα.
The lab manual suggested using the calibration table to compare results.
Το εγχειρίδιο του εργαστηρίου πρότεινε τη χρήση του πίνακα βαθμονόμησης για σύγκριση των αποτελεσμάτων.
By following the calibration table, we can ensure consistent performance.
Η λέξη "calibration" προέρχεται από το λατινικό "calibrare", που σημαίνει "να επιλέξεις ή να ρυθμίσεις". Ο όρος "table" προέρχεται από το λατινικό "tabula", που σημαίνει "πίνακας".
Συνώνυμα: - adjustment table (πίνακας ρύθμισης) - standardization table (πίνακας τυποποίησης)
Αντώνυμα: - non-calibrated (μη βαθμονομημένος) - inaccurate table (ανακριβής πίνακας)