Το "call up" είναι ένα φράση ρήμα.
/ kɔːl ʌp /
Το "call up" χρησιμοποιείται συχνά για να αναφερθεί στο να επικοινωνήσεις με κάποιον μέσω τηλεφώνου ή να αναφέρεσαι σε κάτι από τη μνήμη σου. Αυτό το φράση ρήμα μπορεί επίσης να χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη διαδικασία καλωδίου ή συγκέντρωσης κάποιου για υπηρεσία, όπως ο στρατός.
Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά:
Το "call up" χρησιμοποιείται και σε προφορικό και σε γραπτό λόγο, αλλά είναι πιο συχνό στον προφορικό λόγο.
I will call up my friend later.
Θα καλέσω τον φίλο μου αργότερα.
She tried to call up memories of her childhood.
Προσπάθησε να ανακαλέσει μνήμες από την παιδική της ηλικία.
The army decided to call up reserves for the mission.
Ο στρατός αποφάσισε να καλέσει εφέδρους για την αποστολή.
Πρέπει να ανακαλέσουμε το παρελθόν για να κατανοήσουμε πού κάναμε λάθος.
Call up support
Αποφάσισε να ζητήσει στήριξη από τους συναδέλφους του κατά τη διάρκεια του έργου.
Call up the troops
Ο στρατηγός έπρεπε να καλέσει τις δυνάμεις όταν αυξήθηκαν οι εντάσεις.
Call up old friends
Μερικές φορές, είναι καλό να καλέσεις παλιούς φίλους και να ενημερωθείς.
Call up someone to action
Το "call" προέρχεται από το παλαιό αγγλικό "cǣlian," που σημαίνει να φωνάξεις ή να κάνεις γνωστό, ενώ το "up" είναι μια κατεύθυνση που επισημαίνει την ανάγκη για ενεργοποίηση ή αύξηση της έντασης.
Συνώνυμα:
- summon
- contact
- evoke
Αντώνυμα:
- ignore
- dismiss
- forget