Φράση
/ˈkæri əˈlɔŋ/
Η φράση "carry along" χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει την πράξη της μεταφοράς κάτι (συναισθηματικά ή φυσικά) με ένα άτομο κατά τη διάρκεια μιας διαδικασίας ή δραστηριότητας. Η χρήση της είναι διαδεδομένη τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και μπορεί να παρατηρείται πιο συχνά σε καθημερινές συνομιλίες.
I always carry along my notebook when I travel.
Πάντα φέρνω μαζί μου το σημειωματάριο μου όταν ταξιδεύω.
She decided to carry along a few snacks for the road.
Αποφάσισε να φέρει μαζί της μερικά σνακ για το δρόμο.
You should carry along some water during the hike.
Πρέπει να φέρεις μαζί σου λίγο νερό κατά τη διάρκεια της πεζοπορίας.
Η φράση "carry along" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις και συμφραζόμενα. Ακολουθούν μερικές παραδείγματα:
I'll carry along your enthusiasm when I present our project.
Θα φέρω μαζί μου τον ενθουσιασμό σου όταν παρουσιάσω το έργο μας.
He carries along a sense of responsibility that inspires the team.
Φέρνει μαζί του μία αίσθηση ευθύνης που εμπνέει την ομάδα.
She tends to carry along old habits that she learned in school.
Έχει την τάση να φέρνει μαζί της παλιές συνήθειες που έμαθε στο σχολείο.
Make sure to carry along your confidence into the interview.
Φρόντισε να φέρεις μαζί σου την αυτοπεποίθησή σου στη συνέντευξη.
They always carry along their positive attitude, no matter the situation.
Πάντα φέρνουν μαζί τους τη θετική τους στάση, ό,τι κι αν συμβαίνει.
Η φράση "carry along" συνδυάζει το ρήμα "carry" (φέρνω) και την πρόθεση "along" (μαζί, κατά μήκος). Το ρήμα "carry" προέρχεται από την παλαιοαγγλική λέξη "carian", ενώ η λέξη "along" έχει τις ρίζες της στη μεσαιωνική αγγλική λέξη "alonge".
Συνώνυμα: - bring along - transport - take with
Αντώνυμα: - leave behind - abandon - drop
Αυτή η φράση είναι χρήσιμη σε πολλές καταστάσεις και η ευρεία εφαρμογή της τη καθιστά σημαντική για την καθημερινή επικοινωνία.