Cartilaginoid είναι ένα επίθετο.
/kɑːrˈtɪlɪdʒɪnɔɪd/
Η λέξη cartilaginoid περιγράφει μια κατάσταση ή χαρακτηριστικό που μοιάζει με χόνδρο ή σχετίζεται με αυτόν. Χρησιμοποιείται κυρίως σε ιατρικά ή βιολογικά συμφραζόμενα για να περιγράψει ιστούς ή δομές που έχουν χόνδρινη φύση ή χαρακτηριστικά.
Η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως σε γραφτά πλαίσια, όπως επιστημονικά έγγραφα και ιατρικές αναφορές. Η χρήση της στον προφορικό λόγο είναι λιγότερο συχνή.
Ο γιατρός εξήγησε ότι ο όγκος είχε χόνδρινη δομή.
Research on cartilaginoid tissues is crucial for understanding joint diseases.
Η έρευνα για τους χόνδρινους ιστούς είναι κρίσιμη για την κατανόηση των νοσημάτων των αρθρώσεων.
The discovery of cartilaginoid formations in fossils provides insights into the evolution of species.
Η λέξη cartilaginoid δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις στην Αγγλική γλώσσα. Ωστόσο, μπορεί να προκύψουν όροι που σχετίζονται με την υγεία και την ανατομία. Ίσως χρειαστεί να χρησιμοποιηθούν σε πιο τεχνικά ή αιχμηρά περιβάλλοντα.
Η λέξη cartilaginoid προέρχεται από τη λατινική λέξη cartilago, που σημαίνει «χόνδρος», με το επίθημα -oid που υποδηλώνει «μοιάζει» ή «παρόμοια».
Συνώνυμα: - Chondroid - Cartilaginous
Αντώνυμα: - Osseous (οστέινος) - Bone-like (παρόμοιος με οστό)