Ο όρος "causative organism" είναι μια φράση που λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/ˈkɔːzətɪv ˈɔːɡənɪzm/
Ο όρος "causative organism" αναφέρεται σε έναν οργανισμό ή μικροοργανισμό (όπως βακτήρια, ιοί ή παράσιτα) που προκαλεί μια ασθένεια ή λοίμωξη. Χρησιμοποιείται συχνά στη βιολογία, την ιατρική και τη μικροβιολογία για να προσδιορίσει τον συγκεκριμένο αιτιολογικό παράγοντα μιας ασθένειας.
Η φράση χρησιμοποιείται στους τομείς της ιατρικής, της βιολογίας και της υγειονομικής περίθαλψης. Η χρήση της είναι αρκετά συχνή σε γραπτές επιστημονικές εργασίες, αλλά επίσης και στον προφορικό λόγο μεταξύ επαγγελματιών υγείας.
Η φράση χρησιμοποιείται κυρίως σε επιστημονικά, ιατρικά και ακαδημαϊκά κείμενα, και λιγότερο σε καθημερινές συζητήσεις.
Ο αιτιολογικός οργανισμός της επιδημίας ταυτοποιήθηκε ως μια ποικιλία του E. coli.
Researchers are studying the causative organisms of various infectious diseases.
Οι ερευνητές μελετούν τους παθογόνους οργανισμούς διαφόρων μολυσματικών ασθενειών.
Understanding the causative organism helps in developing effective treatments.
Ο όρος "causative organism" δεν εμφανίζεται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, καθώς είναι περισσότερο τεχνικός. Ωστόσο, η σημασία του σε επιστημονικό περιβάλλον μπορεί να συνδεθεί με άλλες φράσεις που σχετίζονται με την υγειονομική περίθαλψη.
Ο παθογόνος οργανισμός πίσω από την ασθένεια μπορεί συχνά να εντοπιστεί μέσω εργαστηριακών εξετάσεων.
Identifying the causative organism leads to better public health responses.
Η αναγνώριση του αιτιολογικού οργανισμού οδηγεί σε καλύτερες απαντήσεις δημόσιας υγείας.
If the causative organism isn’t identified, treatment may not be effective.
Ο όρος "causative" προέρχεται από τη λατινική λέξη "causativus," που σημαίνει "αίτιος." Ο όρος "organism" προέρχεται από την ελληνική λέξη "ὀργανισμός," που σημαίνει "οργανισμός," αναφερόμενος σε μια ζωντανή οντότητα.
Αυτή η ενοποιημένη παρουσίαση καλύπτει τη φράση "causative organism" με λεπτομέρεια και εξηγεί τη σημασία και τη χρήση της.