Cecidium είναι ουσιαστικό (noun).
/ˈsɛsɪdiəm/
Το cecidium αναφέρεται σε μια μορφή παραμόρφωσης ή ανάπτυξης που συμβαίνει σε έναν οργανισμό, συνήθως λόγω ενός παθογόνου παράγοντα, όπως ένα παράσιτο ή ένα μύκητα. Η λέξη είναι περισσότερο χρήσιμη και συχνά συναντάται στα πλαίσια της βιολογίας και της φυτοπαθολογίας. Η χρήση της είναι πιο συχνή στα γραπτά κείμενα, ειδικά στα επιστημονικά και βιολογικά.
Το φυτό ανέπτυξε ένα κεσίδιο λόγω της προσβολής από ένα παράσιτο.
Researchers are studying how different environmental factors influence the formation of cecidia.
Οι ερευνητές μελετούν πώς διάφοροι περιβαλλοντικοί παράγοντες επηρεάζουν τη σχηματοποίηση των κεσιδίων.
Cecidia can severely affect the health of the affected plant species.
Η λέξη "cecidium" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις στην καθημερινή γλώσσα, αλλά μπορεί να αναφερθεί σε κάποια επιστημονικά κείμενα ή σε περιβάλλοντα που σχετίζονται με την επιστήμη και τη γεωργία.
Η λέξη "cecidium" προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό "κείρα" (keirá), που σημαίνει "κόβω" ή "τεμαχίζω", και συνδέεται με τις βλαβερές επιδράσεις που προκαλούνται στα φυτά από διάφορους οργανισμούς.
Το cecidium είναι μια εξειδικευμένη λέξη που χρησιμοποιείται κυρίως στη φυτοπαθολογία και τη βιολογία, και η σημασία της σχετίζεται με την παθολογική ανάπτυξη φυτικών δομών. Παρά την επιστημονική της φύση, είναι ενδιαφέρον να εξετάσουμε πώς η λέξη αυτή μπορεί να αναδείξει ζητήματα υγείας και ανάπτυξης στα φυτά, κάτι που παραμένει κρίσιμο για τη γεωργία και τη βιολογία.