Cellular: Αναφέρεται σε οτιδήποτε σχετίζεται με κύτταρα, συχνά χρησιμοποιούμενο σε επιστημονικά ή τεχνολογικά πλαίσια (π.χ., κυτταρική τηλεφωνία).
Compact: Χρησιμοποιείται για να δηλώσει κάτι που είναι συμπαγές ή μικρό σε μέγεθος και εύκολο στη μεταφορά. Συνήθως χρησιμοποιείται σε γραπτό κείμενο και σε τεχνικές περιγραφές.
Συχνότητα Χρήσης: Ο όρος "cellular compact" δεν είναι ιδιαίτερα κοινός και χρησιμοποιείται κυρίως σε τεχνικά ή επιστημονικά κείμενα.
Παραδείγματα προτάσεων
The cellular compact design of the device allows for better portability.
Ο κυτταρικός συμπαγής σχεδιασμός της συσκευής επιτρέπει καλύτερη φορητότητα.
Engineers are developing a cellular compact model for remote communication.
Οι μηχανικοί αναπτύσσουν ένα κυτταρικό συμπαγές μοντέλο για απομακρυσμένη επικοινωνία.
Ιδιωματικές Εκφράσεις
Η φράση "cellular compact" δεν χρησιμοποιείται συχνά ως μέρος ιδιωματικών εκφράσεων. Ωστόσο, οι λέξεις "cellular" και "compact" μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε πολλές ιδιωματικές ή τεχνικές εκφράσεις ξεχωριστά:
Cellular network: A system of interconnected cell towers.
Κυτταρικό δίκτυο: Ένα σύστημα διασυνδεδεμένων κυτταρικών πύργων.
Compact form: Presenting information or an object in a smaller or more efficient manner.
Συμπαγής μορφή: Παρουσίαση πληροφοριών ή ενός αντικειμένου με μικρότερο ή πιο αποτελεσματικό τρόπο.
Cellular automata: A discrete model studied in computational theory.
Κυτταρικά αυτόματα: Ένα διακριτό μοντέλο που μελετάται στη θεωρία υπολογισμού.
Compact disc: A digital optical disc storage format.
Συμπαγής δίσκος: Ένα ψηφιακό οπτικό δίσκο αποθήκευσης.
Ετυμολογία
Cellular: Προέρχεται από τη λατινική λέξη "cellula" που σημαίνει "μικρό δωμάτιο" ή "κύτταρο".
Compact: Προέρχεται από το λατινικό "compactus", που σημαίνει "στενός", "συμπαγής".