Crystalloid είναι ένα ουσιαστικό.
/phɪs.ɪ.kəl/
Η λέξη "crystalloid" αναφέρεται σε διαλύματα που περιέχουν διαλυμένες ουσίες οι οποίες μπορούν να σχηματίσουν κρυστάλλους όταν οι συνθήκες το επιτρέπουν. Σε ιατρικό και φυσιολογικό περιβάλλον, οι κρυσταλλοειδείς λύσεις χρησιμοποιούνται συχνά για ενυδάτωση του οργανισμού και αποκατάσταση της ισορροπίας των ηλεκτρολυτών. Αυτές οι λύσεις είναι συνήθως πιο υδαρές και λιγότερο κολλώδεις από τις κολλοειδείς λύσεις.
Η λέξη "crystalloid" χρησιμοποιείται κυρίως στον ιατρικό τομέα, ειδικότερα σε συζητήσεις που σχετίζονται με την υγειονομική περίθαλψη και την αναισθησία. Χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο παρά στον προφορικό λόγο, καθώς οι αναφορές σε ιατρικές διαδικασίες συνήθως καταγράφονται ή συζητούνται σε επαγγελματικά ή επιστημονικά περιβάλλοντα.
The doctor ordered a crystalloid solution for the patient’s hydration. Ο γιατρός διέταξε μια κρυσταλλοειδή λύση για την ενυδάτωση του ασθενούς.
Crystalloid fluids are commonly used in emergency medicine. Οι κρυσταλλοειδείς υγροί χρησιμοποιούνται συνήθως στην επείγουσα ιατρική.
In the lab, we studied the properties of different crystalloid substances. Στο εργαστήριο μελετήσαμε τις ιδιότητες διάφορων κρυσταλλοειδών ουσιών.
Η λέξη "crystalloid" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, καθώς σχετίζεται κυρίως με επιστημονικό και ιατρικό περιεχόμενο. Ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποια πλαίσια όπως τα παρακάτω:
The crystalloid balance is crucial in managing fluid therapy. Η κρυσταλλοειδής ισορροπία είναι κρίσιμη στη διαχείριση της θεραπείας υγρών.
Understanding crystalloid solutions can improve treatment outcomes. Η κατανόηση των κρυσταλλοειδών λύσεων μπορεί να βελτιώσει τα αποτελέσματα της θεραπείας.
Crystalloid administration must be monitored to avoid complications. Η χορήγηση κρυσταλλοειδών πρέπει να παρακολουθείται για να αποφευχθούν επιπλοκές.
Η λέξη προέρχεται από το ελληνικό "κρυσταλλοειδές", το οποίο συνδυάζει "κρύσταλλος" (κρύσταλλος) και το επίθημα "-oid" που σημαίνει "όμοιος" ή "παρόμοιος".