"Cumulative index" είναι ένα ουσιαστικό.
/ˈkjuːmjʊlətɪv ˈɪndɛks/
Ο "cumulative index" αναφέρεται σε ένα δείκτη που συγκεντρώνει ή αθροίζει πληροφορίες από διάφορες πηγές, όπως βιβλία, άρθρα και άλλους τύπους δημοσιευμένου υλικού. Χρησιμοποιείται κυρίως για να διευκολύνει την αναζήτηση και την αναφορά πληροφοριών σε έναν συγκεκριμένο τομέα ή θέμα. Αυτή η φράση χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτά κείμενα και ακαδημαϊκή επιστήμη και όχι τόσο στον προφορικό λόγο.
The cumulative index of the journal includes all articles published over the past decade.
(Ο σωρευτικός δείκτης του περιοδικού περιλαμβάνει όλα τα άρθρα που δημοσιεύτηκαν κατά την τελευταία δεκαετία.)
Researchers often rely on a cumulative index to find relevant studies efficiently.
(Οι ερευνητές συχνά στηρίζονται σε έναν σωρευτικό δείκτη για να βρουν σχετικές μελέτες αποτελεσματικά.)
Η φράση "cumulative index" δεν έχει πολλές καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις καθώς είναι περισσότερο τεχνικός όρος. Ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες εκφράσεις που σχετίζονται με τη χαρτογράφηση και την οργάνωση της πληροφορίας σε ακαδημαϊκά και επαγγελματικά πλαίσια. Ακολουθούν μερικές παραδείγματα:
The cumulative index helps to streamline our research process.
(Ο σωρευτικός δείκτης βοηθά στην εξορθολογίηση της διαδικασίας έρευνας μας.)
Using a cumulative index can save time when compiling references.
(Η χρήση ενός σωρευτικού δείκτη μπορεί να εξοικονομήσει χρόνο κατά τη σύνταξη αναφορών.)
The library maintains a cumulative index for ease of access to resources.
(Η βιβλιοθήκη διατηρεί έναν σωρευτικό δείκτη για ευκολότερη πρόσβαση σε πόρους.)
Η λέξη "cumulative" προέρχεται από το λατινικό "cumulatus," που σημαίνει "συγκεντρωμένος," και το "index" προέρχεται από το λατινικό "index," που σημαίνει "δείκτης." Συνδυάζοντας τις δύο αυτές έννοιες, έχουμε τον όρο "cumulative index," που αναφέρεται σε έναν δείκτη που αθροίζει ή συγκεντρώνει πληροφορίες.
Συνώνυμα: - συνοδευτικός δείκτης - σωρευτικός δείκτης - αθροιστικός δείκτης
Αντώνυμα: - ειδικός δείκτης - ατομικός δείκτης - μοναδιαίος δείκτης