Ο όρος "curly top" αναφέρεται συνήθως σε ένα χαρακτηριστικό, συγκεκριμένα σε μαλλιά που είναι σγουρά ή κατσαρά. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει παιδιά ή ανθρώπους με σγουρά μαλλιά, ή στο πλαίσιο μιας ζωγραφιάς ή της μόδας. Η συχνότητα χρήσης της φράσης ποικίλλει, αλλά είναι περισσότερο κοινή στο προφορικό λόγο, σε περιβάλλοντα που αφορούν μικρά παιδιά ή περιγραφές ανθρώπων.
Η μικρή κοπέλα έχει κατσαρό κεφάλι που την κάνει να φαίνεται χαριτωμένη.
He decided to style his curly top in a fun way for the party.
Ο όρος "curly top" μπορεί να εμφανίζεται σε διάφορες εκφράσεις, ιδίως στο περιβάλλον των παιδιών ή στη μόδα.
Πάντα της αρέσει να φοράει ένα κορδέλα με τα κατσαρά της μαλλιά.
His curly top was the center of attention at the playground.
Το κατσαρό κεφάλι του ήταν το κέντρο προσοχής στην παιδική χαρά.
The curly top look is becoming quite trendy among young kids.
Ο όρος "curly" προέρχεται από το αγγλικό "curl", που σημαίνει "σπείρα" ή "κύμα", και το "top" αναφέρεται στον "επάνω" ή "κορυφαίο" χώρο. Ο συνδυασμός σχηματίζει μια φράση που περιγράφει μία κατηγορία μαλλιών.
Spiraled hair
Αντώνυμα: