Η έκφραση "current price" λειτουργεί ως σύνολο ουσιαστικών.
/fɪˈnænʃəl/ ˈprɪs/
Η φράση "current price" αναφέρεται στην τιμή ενός αγαθού ή υπηρεσίας τη δεδομένη στιγμή. Συνήθως χρησιμοποιείται σε οικονομικά ή χρηματοοικονομικά συμφραζόμενα. Η χρήση της είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με ελαφρώς μεγαλύτερη συχνότητα στον γραπτό λόγο, ειδικά σε χρηματοοικονομικές αναλύσεις ή οικονομικές αναφορές.
The current price of gold has increased significantly this month.
(Η τρέχουσα τιμή του χρυσού έχει αυξηθεί σημαντικά αυτόν τον μήνα.)
Can you tell me the current price of the stocks?
(Μπορείς να μου πεις την τρέχουσα τιμή των μετοχών;)
Η φράση "current price" δεν σχετίζεται άμεσα με πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να ενσωματωθεί σε προτάσεις που σχετίζονται με οικονομικά, όπως:
The stock market is volatile, and the current price can fluctuate rapidly.
(Η χρηματιστηριακή αγορά είναι ασταθής και η τρέχουσα τιμή μπορεί να κυμαίνεται γρήγορα.)
Investors should always check the current price before making a trade.
(Οι επενδυτές θα πρέπει πάντα να ελέγχουν την τρέχουσα τιμή πριν κάνουν μια συναλλαγή.)
Understanding the current price trends can help you make better financial decisions.
(Η κατανόηση των τάσεων της τρέχουσας τιμής μπορεί να σας βοηθήσει να πάρετε καλύτερες οικονομικές αποφάσεις.)
Η λέξη "current" προέρχεται από το λατινικό "currens", που σημαίνει "ρέων" ή "τρέχων". Η λέξη "price" προέρχεται από το γαλλικό "prix", που σημαίνει "τιμή" και από το λατινικό "pretium".