Στο πλαίσιο της κοινωνίας, αναφέρεται σε παραδόσεις ή έθιμα που τηρούνται από μια κοινότητα ή ομάδα.
Revive: Σημαίνει να επιστρέψει κάτι στην προηγούμενη κατάσταση ή ζωή του, να αναζωογονηθεί ή να αναβιώσει κάτι που υπήρξε προηγουμένως.
Customs revive during the holiday season.
Τα έθιμα αναβιώνουν κατά την εορταστική περίοδο.
The customs of the past revive with each generation.
Τα έθιμα του παρελθόντος αναβιώνουν με κάθε γενιά.
Efforts to revive old customs are often met with resistance.
Οι προσπάθειες αναβίωσης παλιών εθίμων συχνά συναντούν αντίσταση.
Revive someone's spirits
To cheer someone up or make them feel better.
Example: "After a long day, a good meal can revive someone's spirits."
Μετάφραση: "Μετά από μια δύσκολη μέρα, ένα καλό γεύμα μπορεί να αναζωογονήσει το πνεύμα κάποιου."
Customs and traditions die hard
It means that customs are difficult to change or abolish.
Example: "Even in modern society, customs and traditions die hard."
Μετάφραση: "Ακόμα και στη σύγχρονη κοινωνία, τα έθιμα και οι παραδόσεις είναι δύσκολα να αλλάξουν."
To revive old habits
To return to former practices.
Example: "He decided to revive old habits by starting to exercise regularly again."
Μετάφραση: "Αποφάσισε να αναβιώσει παλιές συνήθειες αρχίζοντας πάλι να γυμνάζεται τακτικά."
In the customs of the land
Refers to traditions that are specific to a region.
Example: "The festival reflects the customs of the land."
Μετάφραση: "Το φεστιβάλ αντικατοπτρίζει τα έθιμα της περιοχής."
To revive a culture
To bring back aspects of a culture that have faded.
Example: "The community worked together to revive their unique culture."
Μετάφραση: "Η κοινότητα δούλεψε μαζί για να αναβιώσει την μοναδική τους κουλτούρα."
Αντώνυμα: Innovations, changes
Revive
Αυτή είναι μια λεπτομερής ανάλυση για τις λέξεις "customs" και "revive", προσφέροντας ματιά σε διάφορες πτυχές της γλώσσας και πολιτισμού.