Cutis είναι ουσιαστικό.
/fjuːtɪs/
Η λέξη "cutis" αναφέρεται στο δέρμα, συνήθως μενόμενη ως ιατρικός ή επιστημονικός όρος. Χρησιμοποιείται κυρίως σε ιατρικά ή βιολογικά πλαίσια, αναφερόμενη σε διάφορες δομές και χαρακτηριστικά της επιδερμίδας.
Η χρήση της λέξης "cutis" είναι πιο κοινή στον γραπτό λόγο, ιδίως σε επιστημονικά και ιατρικά κείμενα παρά στον προφορικό λόγο.
The doctor examined the cutis of the patient for any anomalies.
Ο γιατρός εξέτασε το δέρμα του ασθενούς για τυχόν ανωμαλίες.
The structure of the cutis plays an important role in protecting the body.
Η δομή του δέρματος παίζει σημαντικό ρόλο στην προστασία του σώματος.
Studying the cutis can help us understand various skin conditions.
Η μελέτη του δέρματος μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε διάφορες δερματικές καταστάσεις.
Η λέξη "cutis" δεν είναι συνήθως μέρος ιδιωματικών εκφράσεων στην καθημερινή γλώσσα. Ωστόσο, σε επιστημονικά και ιατρικά κείμενα, μπορεί να περιλαμβάνεται σε δομές που σχετίζονται με την ανατομία και φυσιολογία, όπως:
When the temperature drops, I often experience cutis anserina, or goosebumps.
Όταν οι θερμοκρασίες πέφτουν, συχνά βιώνω δερματική αίσθηση της χήνας.
Cutis verticis (the skin of the scalp)
The cutis verticis can show signs of various scalp conditions.
Το δέρμα του τριχωτού της κεφαλής μπορεί να δείξει σημάδια διαφόρων καταστάσεων του τριχωτού.
Cutis maris (the skin of the sea)
Η λέξη "cutis" προέρχεται από τα Λατινικά, όπου σημαίνει "δέρμα." Ο όρος εξακολουθεί να χρησιμοποιείται σε ιατρικούς και βιολογικούς όρους για να αναφέρεται στο δέρμα.
Συνώνυμα: - Skin - Epidermis
Αντώνυμα: - None specific; "cutis" είναι μια επιστημονική αναφορά και δεν έχει ακριβή αντίθετο στην κοινή χρήση.