Το "cutting drum" είναι ουσιαστικό.
/ˈkʌtɪŋ drʌm/
Το "cutting drum" αναφέρεται σε ένα τμήμα μηχανής που χρησιμοποιείται για τη κοπή υλικών, συγκεκριμένα σε βιομηχανίες που απαιτούν την επεξεργασία ή την κοπή υλικών όπως το μέταλλο, το ξύλο ή άλλες πρώτες ύλες. Ανάλογα με το περιβάλλον, μπορεί να αναφέρεται και σε ένα τυμπανιστικό εργαλείο που χρησιμοποιείται για τη δημιουργία ήχου.
Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά: Η χρήση του όρου "cutting drum" είναι συχνή σε βιομηχανικά και τεχνικά κείμενα. Συναντάται κυρίως σε γραπτό πλαίσιο, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στις τεχνικές συνομιλίες.
Ο χειριστής ρύθμισε τις ρυθμίσεις στο κοπτικό τύμπανο για ακριβή εργασία.
Modern factories rely on efficient cutting drums to increase productivity.
Οι σύγχρονες βιομηχανίες βασίζονται σε αποδοτικά κοπτικά τύμπανα για να αυξήσουν την παραγωγικότητα.
The cutting drum needs regular maintenance to function properly.
Αν και το "cutting drum" μπορεί μην παρουσιάζει πολλές γνωστές ιδιωματικές εκφράσεις, μπορεί να ενσωματωθεί σε κάποιες τεχνικές εκφράσεις. Έννοιες που σχετίζονται με το "cut" μπορούν να είναι πιο συχνές:
Η μείωση των αποβλήτων είναι ζωτικής σημασίας όταν χρησιμοποιείται ένα κοπτικό τύμπανο.
Cut to the chase, the new cutting drum technology enhances efficiency.
Πηγαίνοντας κατευθείαν στο θέμα, η νέα τεχνολογία κοπτικού τύμπανου ενισχύει την αποδοτικότητα.
Let's not cut corners when designing the cutting drum.
Ο όρος "cutting" προέρχεται από το ρήμα "cut", που σημαίνει "κόβω", και "drum" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "drum", που αναφέρεται σε κυλινδρικά αντικείμενα ή σκάφη.
Συνώνυμα: - Cutting machine - Trimming drum
Αντώνυμα: - Joining device - Unifying tool