Η φράση "cutting stones" λειτουργεί ως ρήμα (verb phrase), όπου "cutting" είναι το κύριο ρήμα και "stones" είναι το αντικείμενο του ρήματος.
/cˈʌtɪŋ stoʊnz/
Η φράση "cutting stones" αναφέρεται στη διαδικασία κοπής ή σχηματισμού πέτρων, συνήθως για τη δημιουργία δομικών υλικών ή καλλιτεχνικών έργων. Στη γλώσσα των Αγγλικά, χρησιμοποιείται συχνά σε γνώσεις γεωλογίας, οικοδομικών έργων, ή γλυπτικής.
Η συχνότητα χρήσης είναι σχετικά περιορισμένη, και η φράση μπορεί να εμφανίζεται πιο συχνά σε γραπτά context, όπως άρθρα, βιβλία ή εγχειρίδια σχετικά με τη γεωλογία ή την οικοδομή.
"Οι τεχνίτες είναι επιδέξιοι στο να κόβουν πέτρες για τα αγάλματά τους."
"Cutting stones requires a lot of precision and practice."
"Η κοπή των πέτρων απαιτεί πολλή ακρίβεια και εξάσκηση."
"In ancient times, cutting stones was a vital skill for building monuments."
Η φράση "cutting stones" χρησιμοποιείται λιγότερο συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορούμε να δούμε κάποιες σχετικές περιπτώσεις:
"Ας πάμε κατευθείαν στο ζητούμενο και να συζητήσουμε το κύριο ζήτημα."
"Like cutting butter"
"Έλυσε το πρόβλημα όπως κόβει το βούτυρο."
"Cutting corners"
Η λέξη "cut" προέρχεται από την αρχαία αγγλική λέξη "cytan" που σημαίνει "να κόβω", και η λέξη "stone" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "stan", που αναφέρεται σε σκληρό υλικό που χρησιμοποιείται σε μεγάλες δομές ή αντικείμενα.
Συνώνυμα: - Carving stones (σκαλίζοντας πέτρες) - Shaping stones (σχηματίζοντας πέτρες)
Αντώνυμα: - Leaving stones uncut (αφήνοντας τις πέτρες ανέγγιχτες) - Ignoring stonework (αγνοώντας τις πέτρινες εργασίες)
Αυτή η ανάλυση της φράσης "cutting stones" αποτυπώνει τη σημασία της, τη χρήση της στην Αγγλική γλώσσα, καθώς και παραδείγματα και σχετικά ιδιωματικά λεξιλόγια.