Η φράση "cyclic monoid" λειτουργεί ως ουσιαστικό και σχετίζεται με μαθηματικά, συγκεκριμένα την θεωρία μονοειδών.
/cɪˈklɪk məˈnɔɪd/
Ένα κυκλικό μονοειδές είναι ένα μαθηματικό αντικείμενο που αποτελείται από ένα σύνολο στοιχείων με μια μοναδική λειτουργία που είναι κλειστή, έχει ταυτότητα, και για κάθε στοιχείο α, υπάρχει κάποιο στοιχείο β τέτοιο ώστε η λειτουργία να είναι κλειστή.
"A cyclic monoid can be constructed from a single element."
Ένα κυκλικό μονοειδές μπορεί να κατασκευαστεί από ένα μόνο στοιχείο.
"Every cyclic monoid possesses a unique identity element."
Κάθε κυκλικό μονοειδές διαθέτει ένα μοναδικό στοιχείο ταυτότητας.
Η έκφραση "cyclic monoid" δεν είναι ιδιαίτερα κοινή σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πιο περίπλοκες μαθηματικές θεωρίες ή λογικά επιχειρήματα.
"Understanding the table of a cyclic monoid reveals its structure."
Η κατανόηση του πίνακα ενός κυκλικού μονοειδούς αποκαλύπτει τη δομή του.
"In the study of algebra, a cyclic monoid serves as a foundational example."
Στη μελέτη της άλγεβρας, ένα κυκλικό μονοειδές χρησιμεύει ως θεμελιώδες παράδειγμα.
"The operations within a cyclic monoid display predictable behavior."
Οι λειτουργίες μέσα σε ένα κυκλικό μονοειδές επιδεικνύουν προβλέψιμη συμπεριφορά.
Η λέξη "cyclic" προέρχεται από το ελληνικό "κύκλος" που σημαίνει κύκλος ή κυκλική, και η λέξη "monoid" προέρχεται από τα ελληνικά "μόνος" (ένα) και "ειδές" (μορφή, σχήμα), που σημαίνει ότι έχει μία μοναδική μορφή ή στοιχείο.