damosel - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

damosel (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "damosel" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/dæməˌzɛl/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

"Damosel" είναι ένας αρχαϊκός όρος, που προέρχεται από την αγγλική μεσαιωνική γλώσσα και αναφέρεται σε μια νεαρή γυναίκα ή δεσποινίδα, συχνά με κωδικοποιημένο χαρακτηρισμό της υψηλής κοινωνικής θέσης. Χρησιμοποιείται κυρίως σε λογοτεχνικά ή ιστορικά κείμενα, ωστόσο είναι σπάνια στη σύγχρονη γλώσσα. Η χρήση της λέξης είναι πιο συχνή σε γραπτό πλαίσιο παρά σε προφορικό λόγο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. The young damosel was admired for her beauty.
  2. Η νεαρή δεσποινίδα θαύμαζε για την ομορφιά της.

  3. In the old tales, the damosel awaited her knight.

  4. Στα παλιά παραμύθια, η δεσποινίδα περίμενε τον ιππότη της.

  5. The damosel attended the royal ball wearing a magnificent gown.

  6. Η δεσποινίδα παρακολούθησε την βασιλική χορευτική εκδήλωση φορώντας ένα υπέροχο φόρεμα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "damosel" χρησιμοποιείται σπάνια σε σύγχρονες ιδιωματικές εκφράσεις, όμως μπορεί να προκύψουν κάποιες εκφράσεις που σχετίζονται με ιστορικά ή λογοτεχνικά κείμενα:

  1. "Damosel in distress" is a common trope in medieval literature.
  2. "Δεσποινίς σε κίνδυνο" είναι ένα κοινό σχήμα στη μεσαιωνική λογοτεχνία.

  3. "The gallant knight rescued the damosel from the dragon."

  4. "Ο γενναίος ιππότης έσωσε τη δεσποινίδα από τον δράκο."

  5. "A dignified damosel leads the court."

  6. "Μια αξιοπρεπής δεσποινίδα ηγείται της αυλής."

Ετυμολογία

Η λέξη "damosel" προέρχεται από την παλαιά γαλλική λέξη "dameisele," η οποία ετυμολογείται από το λατινικό "domina" που σημαίνει "κυρία" ή "δεσπόζουσα".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Maid - Young lady

Αντώνυμα: - Gentleman (σε καθαρά αναγωγική έννοια) - Old woman

Αυτές οι πληροφορίες προσφέρουν μια πλήρη εικόνα γύρω από τη λέξη "damosel" και τη χρήση της στη γλώσσα.



25-07-2024