damp-proofing: ουσιαστικό
/dæmp ˈpruːfɪŋ/
Η λέξη "damp-proofing" αναφέρεται στη διαδικασία ή μέθοδος που χρησιμοποιείται για να αποτραπεί η εισχώρηση υγρασίας σε κτίρια, τοίχους και άλλες επιφάνειες. Η διαδικασία αυτή μπορεί να περιλαμβάνει τη χρήση εμβαπτισμένων βερνικιών, υλικών στεγανοποίησης ή άλλων τεχνικών για να διασφαλιστεί ότι η υγρασία δεν θα προκαλέσει ζημιά.
Χρησιμοποίηση στη γλώσσα Αγγλικά: Η λέξη "damp-proofing" χρησιμοποιείται κυρίως στους τομείς της κατασκευής και της αρχιτεκτονικής.
Συχνότητα χρήσης: Η λέξη χρησιμοποιείται συχνά σε τεχνικά και επιστημονικά κείμενα, αλλά μπορεί επίσης να εμφανιστεί σε προφορικές συζητήσεις σχετικά με την ανακαίνιση σπιτιών και τη συντήρηση.
Οι κατασκευαστές εστίασαν στην προστασία του υπόγειου χώρου από την υγρασία για να προληφθεί η ανάπτυξη μούχλας.
Damp-proofing is essential in areas with high humidity.
Η στεγανοποίηση είναι απαραίτητη σε περιοχές με υψηλή υγρασία.
Before painting the walls, make sure the damp-proofing is effective.
Η λέξη "damp-proofing" δεν έχει ιδιαίτερα πολλά καθιερωμένα ιδιώματα, ωστόσο η έννοιά της μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποιες εκφράσεις που σχετίζονται με υγρασία και κατασκευαστικά ζητήματα.
Πρέπει να κάνουμε στεγανοποίηση στο παλιό σπίτι.
He's an expert in damp-proofing and can help with your renovation project.
Είναι ειδικός στην προστασία από την υγρασία και μπορεί να βοηθήσει με το έργο ανακαίνισης σου.
After the heavy rains, damp-proofing became a priority for many homeowners.
Η λέξη προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων "damp" (υγρασία) και "proofing" (απόδειξη/διασφάλιση), οι οποίες καταδεικνύουν τη διαδικασία προστασίας από την υγρασία.
Συνώνυμα: - στεγανοποίηση - προστασία από την υγρασία
Αντώνυμα: - υγροποίηση - διαρροή