debit card - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

debit card (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

debit card: ουσιαστικό

Φωνητική μεταγραφή

/ˈdɛbɪt kɑrd/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η "χρεωστική κάρτα" είναι μια κάρτα πληρωμών που επιτρέπει στους χρήστες να κάνουν πληρωμές απευθείας από τον τραπεζικό τους λογαριασμό. Είναι πολύ συχνά χρησιμοποιούμενη στις καθημερινές αγορές και τις τραπεζικές συναλλαγές, καθώς προσφέρει άμεση πρόσβαση στα χρήματα του κατόχου. Η χρήση της χρεωστικής κάρτας έχει αυξηθεί με την ανάπτυξη της ψηφιακής τραπεζικής, είτε στον προφορικό λόγο είτε στο γραπτό πλαίσιο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. I used my debit card to pay for groceries.
    Χρησιμοποίησα τη χρεωστική μου κάρτα για να πληρώσω για τρόφιμα.

  2. Many people prefer to use a debit card instead of cash.
    Πολλοί άνθρωποι προτιμούν να χρησιμοποιούν μια χρεωστική κάρτα αντί για μετρητά.

  3. If you lose your debit card, make sure to report it immediately.
    Αν χάσετε τη χρεωστική σας κάρτα, φροντίστε να την αναφέρετε αμέσως.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση "debit card" δεν σχετίζεται με πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν ορισμένες χρήσιμες φράσεις που περιλαμβάνουν τη χρήση της:

  1. "I ran into trouble when I tried to withdraw cash with my debit card."
    Είχα πρόβλημα όταν προσπάθησα να κάνω ανάληψη μετρητών με τη χρεωστική μου κάρτα.

  2. "He found it convenient to link his debit card to his online shopping account."
    Βρήκε βολικό να συνδέσει τη χρεωστική του κάρτα με τον λογαριασμό του για online αγορές.

  3. "Using a debit card helps in budgeting your expenses."
    Η χρήση μιας χρεωστικής κάρτας βοηθάει στο να προγραμματίσετε τα έξοδά σας.

  4. "Some stores offer discounts for payments made with a debit card."
    Ορισμένα καταστήματα προσφέρουν εκπτώσεις για πληρωμές που γίνονται με χρεωστική κάρτα.

Ετυμολογία

Η λέξη "debit" προέρχεται από τη λατινική λέξη "debitum", που σημαίνει "χρέος". Η "κάρτα" προέρχεται από την γαλλική λέξη "carte", που σημαίνει "χάρτης" ή "κάρτα".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Payment card - Bank card

Αντώνυμα: - Credit card - Charge card

Χρήση στη γλώσσα

Η "χρεωστική κάρτα" χρησιμοποιείται ευρέως σε καθημερινές καταστάσεις, όπως αγορές, πληρωμές λογαριασμών και όταν απαιτείται άμεση πρόσβαση στα χρήματα. Οι καταναλωτές γενικά θεωρούν τις χρεωστικές κάρτες ασφαλείς και βολικές, προσφέροντας περισσότερη προγραμματισμένη και ελεγχόμενη χρήση χρημάτων σε σύγκριση με τις πιστωτικές κάρτες.



25-07-2024