Η φράση "decomposable form" λειτουργεί ως όνομα (noun).
/ˌdiː.kəmˈpəʊ.zə.bəl fɔːm/
Η φράση "decomposable form" αναφέρεται σε μια μορφή ή δομή που μπορεί να διαχωριστεί ή να αποσυντεθεί σε μικρότερα μέρη. Χρησιμοποιείται συνήθως σε επιστημονικά και μαθηματικά πλαίσια, όπου ενδέχεται να αναφέρεται σε στοιχεία που μπορούν να αναλυθούν ή να υπολογιστούν με βάση τις δομές τους. Η φράση χρησιμοποιείται μετρίως συχνά σε γραπτό λόγο, ειδικά σε τεχνικά κείμενα, αλλά λιγότερο στον προφορικό λόγο.
The mathematician demonstrated how to break down the decomposable form of the equation.
(Ο μαθηματικός απέδειξε πώς να αναλύσει την αποσυνθέσιμη μορφή της εξίσωσης.)
In biology, the decomposable form of organic matter is essential for nutrient cycling.
(Στη βιολογία, η αποσυνθέσιμη μορφή της οργανικής ύλης είναι απαραίτητη για τον κύκλο των θρεπτικών ουσιών.)
Η φράση "decomposable form" δεν έχει πολύ συχνές ιδιωματικές χρήσεις, αλλά στον επιστημονικό και τεχνικό τομέα, μπορεί να σχετίζεται με αρκετές εκφράσεις όπως:
"Understanding the decomposable form of a system is crucial for efficient analysis."
(Η κατανόηση της αποσυνθέσιμης μορφής ενός συστήματος είναι κρίσιμη για αποδοτική ανάλυση.)
"The researchers found a decomposable form that could simplify their calculations."
(Οι ερευνητές βρήκαν μια αποσυνθέσιμη μορφή που θα μπορούσε να απλοποιήσει τους υπολογισμούς τους.)
"In computer science, algorithms often break down problems into their decomposable forms."
(Στην επιστήμη του υπολογιστή, οι αλγόριθμοι συχνά διασπούν τα προβλήματα σε αποσυνθέσιμες μορφές τους.)
Η λέξη "decomposable" προέρχεται από το πρόθεμα "de-" που σημαίνει "από" ή "μακριά" και το ρήμα "compose" που σημαίνει "συνθέτω". Επομένως, η λέξη αναφέρεται στη διαδικασία της αποσύνθεσης μιας σύνθετης οντότητας στα στοιχεία της.
disassemblable form (αποσυναρμόσιμη μορφή)
Αντώνυμα: