Ο συνδυασμός λέξεων "desk telephone set" λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/ˈdɛsk ˈtɛlɪˌfoʊn sɛt/
Ο όρος "desk telephone set" αναφέρεται σε ένα σύστημα τηλεφώνου που χρησιμοποιείται σε ένα γραφείο ή σε έναν επαγγελματικό χώρο. Συνήθως περιλαμβάνει μια σταθερή συσκευή τηλεφώνου που μπορεί να περιλαμβάνει έξτρα χαρακτηριστικά όπως αναγνώριση καλούντος, ηχεία ή λειτουργίες αποστολής μηνυμάτων.
Η χρήση του είναι συχνή σε επαγγελματικά περιβάλλοντα, αν και οι σύγχρονες τάσεις δείχνουν μια μετακίνηση προς κινητά τηλέφωνα και VoIP (φωνητική μέσω Διαδικτύου). Χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό και επαγγελματικό λόγο, ενώ λιγότερο σε ομιλία.
Το γραφείο ήταν εξοπλισμένο με ένα τηλεφωνικό σετ γραφείου για ευκολότερη επικοινωνία.
She preferred to use the desk telephone set instead of her mobile phone during meetings.
Προτίμησε να χρησιμοποιεί το τηλεφωνικό σετ γραφείου αντί για το κινητό της κατά τη διάρκεια των συναντήσεων.
The new desk telephone set includes features that make it user-friendly.
Ο όρος "desk telephone set" δεν χρησιμοποιείται συνήθως σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συγκεκριμένα περιβάλλοντα ή επαγγελματικούς κύκλους.
"Πάντα να έχετε το τηλεφωνικό σας σετ γραφείου έτοιμο κατά τη διάρκεια μιας σημαντικής κλήσης."
"Upgrading the desk telephone set was a priority for the company."
"Η αναβάθμιση του τηλεφωνικού σετ γραφείου ήταν προτεραιότητα για την εταιρεία."
"She found that maintaining a desk telephone set improved her productivity."
Η λέξη "desk" προέρχεται από το λατινικό "desca" που σημαίνει "τραπέζι", και η "telephone" προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις "τηλε" (μακριά) και "φωνή" (φωνή). Ο όρος "set" χρησιμοποιείται εδώ για να υποδηλώσει μια συλλογή αντικειμένων που λειτουργούν συνδυαστικά.
Συνώνυμα: - office phone - landline phone
Αντώνυμα: - mobile phone - smartphone