deterministic operator - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

deterministic operator (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Φράση (Phrase)

Φωνητική μεταγραφή

/dɪˌtɜr.mɪˈnɪs.tɪk ˈɒp.ə.reɪ.tər/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία

Η φράση "deterministic operator" αναφέρεται σε έναν τελεστή ή μια λειτουργία που παράγει προκαθορισμένα αποτελέσματα, δηλαδή το ίδιο input θα αποδώσει πάντα το ίδιο output. Ο όρος χρησιμοποιείται συχνά σε μαθηματικά, υπολογιστική θεωρία, και θεωρία των πιθανοτήτων.

Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά

Ο όρος "deterministic operator" είναι κυρίως τεχνικός και χρησιμοποιείται συχνά στο γραπτό πλαίσιο, όπως επιστημονικά κείμενα ή άρθρα σε περιοδικά. Η χρήση του δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στον προφορικό λόγο, εκτός από ειδικές συζητήσεις σε επαγγελματικά ή ακαδημαϊκά περιβάλλοντα.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. The deterministic operator in the algorithm ensured that the results were consistent.
    Ο καθοριστικός τελεστής στον αλγόριθμο διασφάλισε ότι τα αποτελέσματα ήταν συνεπή.

  2. In mathematics, a deterministic operator always produces the same output from the same input.
    Στη μαθηματικά, ένας καθοριστικός τελεστής παράγει πάντα την ίδια έξοδο από την ίδια είσοδο.

  3. The research focused on the effects of introducing a new deterministic operator into the system.
    Η έρευνα εστίασε στα αποτελέσματα της εισαγωγής ενός νέου καθοριστικού τελεστή στο σύστημα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Ο όρος "deterministic" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορούμε να εξετάσουμε κάποιες γενικές σχετικές εκφράσεις:

  1. "A deterministic approach will yield predictable results"
    Μια καθοριστική προσέγγιση θα αποφέρει προβλέψιμα αποτελέσματα.

  2. "When employing a deterministic method, uncertainty is minimized"
    Όταν χρησιμοποιείς μια καθοριστική μέθοδο, η αβεβαιότητα ελαχιστοποιείται.

  3. "In a deterministic system, there are no surprises"
    Σε ένα καθοριστικό σύστημα, δεν υπάρχουν εκπλήξεις.

Ετυμολογία

Ο όρος "deterministic" προέρχεται από τη λέξη "determine", που σημαίνει να καθορίσεις ή να αποφασίσεις κάτι, και το επίθημα "-istic", που υποδηλώνει έναν χαρακτηρισμό. Ο "operator" προέρχεται από το λατινικό "operari", που σημαίνει να εργάζεσαι ή να ενεργείς.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Predictable operator - Unstochastic operator

Αντώνυμα: - Stochastic operator - Random operator

Αυτά τα στοιχεία προσφέρουν μια ολοκληρωμένη κατανόηση του όρου "deterministic operator" καθώς και της χρήσης του στα αγγλικά.



25-07-2024