"Deuterencephalic inductor" είναι μια φράση που περιλαμβάνει: - "Deuterencephalic": επίθετο - "Inductor": ουσιαστικό
/ˌdjuːtəˈrɛnsəˌfælɪk ɪnˈdʌktər/
Ο όρος "deuterencephalic inductor" σχετίζεται με την επιστήμη και αναφέρεται σε δομές ή ουσίες που εμπλέκονται στη διαδικασία ανάπτυξης και διαφοροποίησης περιοχών του εγκεφάλου, ιδιαίτερα της δευτερογενούς εγκεφαλικής δομής (deuterencephalon) σε οργανισμούς.
Η χρήση αυτού του όρου είναι περιορισμένη και παρατηρείται κυρίως σε επιστημονικές και κλινικές αναφορές. Δεν είναι ευρέως χρησιμοποιούμενος στον καθημερινό λόγο, αλλά μπορεί να εμφανίζεται σε ερευνητικά κείμενα, διατριβές και πανεπιστημιακές μελέτες.
Ο ρόλος του δευτεροεγκεφαλικού επαγωγέα στην ανάπτυξη του εγκεφάλου έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών ερευνών.
Scientists are looking into how the deuterencephalic inductor affects neuronal differentiation.
Η φράση “deuterencephalic inductor” δεν είναι χαρακτηριστική για ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένες επιστημονικές φράσεις που περιλαμβάνουν τη λέξη “inductor” σε άλλα συμφραζόμενα, κυρίως σε ηλεκτρονικά και φυσικά πλαίσια:
Ο επαγωγέας παίζει κρίσιμο ρόλο σε ηλεκτρικά κυκλώματα.
A high-frequency inductor can improve circuit performance.
Ένας επαγωγέας υψηλής συχνότητας μπορεί να βελτιώσει την απόδοση του κυκλώματος.
Inductors are used to store energy in magnetic fields.
Αυτές οι πληροφορίες αποκαλύπτουν μια πληθώρα πτυχών του "deuterencephalic inductor", καλύπτοντας ποιες είναι οι πεδία της χρήσης, σημασίας και ετυμολογίας του όρου.