devoured by curiosity - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

devoured by curiosity (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η φράση "devoured by curiosity" περιλαμβάνει ένα ρήμα, "devoured", και ένα ουσιαστικό, "curiosity". Όλη η φράση λειτουργεί ως μια μετοχή που εκφράζει κατάσταση ή συναίσθημα.

Φωνητική μεταγραφή

/ dɪˈvaʊərd baɪ kjʊəˈrɪsəti /

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία

Η φράση "devoured by curiosity" σημαίνει ότι κάποιος είναι πολύ περίεργος ή έχει έντονη επιθυμία να μάθει κάτι. Υποδηλώνει μια κατάσταση όπου η περιέργεια του ατόμου είναι τόσο ισχυρή, σχεδόν "καταναλώνει" τις σκέψεις του. Αυτή η φράση δεν χρησιμοποιείται με σύστημα, αλλά είναι συχνά κατανοητή στο γραπτό και προφορικό λόγο, κυρίως σε λογοτεχνικά κείμενα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. She was devoured by curiosity about the surprise party.
  2. Ήταν καταναλωμένη από περιέργεια για το πάρτι-έκπληξη.

  3. The children were devoured by curiosity as they explored the old mansion.

  4. Τα παιδιά ήταν καταναλωμένα από περιέργεια καθώς εξερευνούσαν την παλιά έπαυλη.

  5. David felt devoured by curiosity when he saw the closed door.

  6. Ο David ένιωσε καταναλωμένος από περιέργεια όταν είδε την κλειστή πόρτα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση "devoured by curiosity" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που υποδηλώνουν έντονη περιέργεια ή επιθυμία για γνώση:

  1. "He was devoured by curiosity, wanting to know every detail of the story."
  2. Ήταν καταναλωμένος από περιέργεια, θέλοντας να μάθει κάθε λεπτομέρεια της ιστορίας.

  3. "After finding the book, she was devoured by curiosity to uncover its secrets."

  4. Μετά την ανακάλυψη του βιβλίου, ήταν καταναλωμένη από περιέργεια να αποκαλύψει τα μυστικά του.

  5. "Being devoured by curiosity, he couldn't resist the temptation to ask questions."

  6. Όντας καταναλωμένος από περιέργεια, δεν μπορούσε να αντισταθεί στον πειρασμό να κάνει ερωτήσεις.

  7. "The audience was devoured by curiosity as the magician prepared for the grand trick."

  8. Το κοινό ήταν καταναλωμένο από περιέργεια καθώς ο μάγος προετοιμαζόταν για το μεγάλο κόλπο.

Ετυμολογία

Το ρήμα "devoured" προέρχεται από το λατινικό "devorare", που σημαίνει "καταναλώνω" ή "καταπίνω", ενώ το "curiosity" προέρχεται από το λατινικό "curiositas", που σημαίνει "επιθυμία να μάθεις".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Consumed by curiosity - Eager to know

Αντώνυμα: - Indifferent - Apathetic



25-07-2024