Ο συνδυασμός "diagonal object" λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/dɪˈəɡənl ˈɒbdʒɛkt/
Ο όρος "diagonal object" αναφέρεται σε ένα αντικείμενο που έχει μια διαγώνια διάταξη ή σχήμα, δηλαδή είναι τοποθετημένο σε μια γωνία που δεν είναι ούτε κάθετη ούτε οριζόντια. Χρησιμοποιείται συνήθως σε μαθηματικά, γεωμετρία και τέχνη, και η συχνότητα χρήσης του μπορεί να είναι μεγαλύτερη σε γραπτό κείμενο, ειδικά σε επιστημονικά ή τεχνικά κείμενα.
Ο καλλιτέχνης δημιούργησε ένα διαγώνιο αντικείμενο στη μέση του καμβά.
In geometry, understanding diagonal objects is crucial for calculating area.
Ο όρος "diagonal" μπορεί να μη χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις που σχετίζεται με την έννοια των "γωνιών" ή των "παραλλήλων":
Να ακολουθήσεις την διαγώνια διαδρομή. (Αυτή η έκφραση σημαίνει να επιλέξεις μια πιο άμεση ή γρήγορη κατεύθυνση, παρακάμπτοντας τη συνηθισμένη πορεία.)
A diagonal perspective.
Η λέξη "diagonal" προέρχεται από το λατινικό "diagonalis", το οποίο σημαίνει "διαγώνιος", και διαρθρώνεται από το ελληνικό "διά" (μέσω) και το λατινικό "gonalis" (γωνία). Η λέξη "object" προέρχεται από το λατινικό "objectum", που σημαίνει "αυτό που είναι τοποθετημένο κατά".