Φράση: Direct substitution
Μέρος του λόγου: Ουσιαστικό
Φωνητική μεταγραφή: /dəˈrɛkt səbsəˈtjuːʃən/
Ο όρος "direct substitution" αναφέρεται στη διαδικασία αλλαγής ενός στοιχείου ή παράγοντα με έναν άλλο παρόμοιο, χωρίς να υπάρξουν ενδιάμεσες διαδικασίες ή αλλαγές. Στην αγγλική γλώσσα, χρησιμοποιείται κυρίως σε επιστημονικές και μαθηματικές αναφορές, και μπορεί να περιγράψει την άμεση εναλλαγή αριθμών, μεταβλητών ή στοιχείων.
Συχνότητα χρήσης: Ο όρος χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτά πλαίσια, όπως σε βιβλία ή άρθρα επιστήμης.
The formula allows for direct substitution of variables.
Η φόρμουλα επιτρέπει την άμεση αντικατάσταση μεταβλητών.
We used direct substitution to solve the equation.
Χρησιμοποιήσαμε άμεση αντικατάσταση για να λύσουμε την εξίσωση.
Direct substitution simplifies the calculations significantly.
Η άμεση αντικατάσταση απλοποιεί σημαντικά τους υπολογισμούς.
Ο όρος "direct substitution" δεν είναι κοινώς χρησιμοποιούμενος σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να βρει εφαρμογή σε διάφορες επιστημονικές και μαθηματικές πτυχές, όπως:
Direct substitution method: This method is often used in calculus.
Η μέθοδος άμεσης αντικατάστασης χρησιμοποιείται συχνά στο λογισμό.
Direct substitution in algebra: Enables quick problem-solving.
Η άμεση αντικατάσταση στην άλγεβρα επιτρέπει γρήγορη επίλυση προβλημάτων.
Use of direct substitution in limits: Essential for finding the limit of a function.
Η χρήση άμεσης αντικατάστασης στα όρια είναι θεμελιώδης για την εύρεση του ορίου μιας συνάρτησης.
Συνώνυμα: - Immediate replacement - Direct replacement
Αντώνυμα: - Indirect substitution - Complex replacement