direction-finding: ουσιαστικό
/dɪˈrɛkʃən ˈfaɪndɪŋ/
Ο όρος direction-finding αναφέρεται στη διαδικασία ή την τεχνική εντοπισμού της κατεύθυνσης προέλευσης ενός σήματος ή μιας πηγής. Συχνά χρησιμοποιείται σε τομείς όπως η ραδιοφωνία, η ναυτιλία και η αεροπορία. Η συχνότητα χρήσης είναι μέτρια και απαντάται περισσότερο σε τεχνικά κείμενα παρά στον καθημερινό προφορικό λόγο.
Ο εξοπλισμός ανίχνευσης κατεύθυνσης βοήθησε την ομάδα να εντοπίσει γρήγορα την πηγή του σήματος κινδύνου.
With advanced direction-finding technology, ships can navigate more safely in unfamiliar waters.
Ο όρος direction-finding δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με άλλες λέξεις για την κατασκευή τεχνικών φράσεων.
Η αποτελεσματική ανίχνευση κατεύθυνσης είναι κρίσιμη για την επιτυχία της ναυσιπλοΐας στη θάλασσα.
Modern aircraft rely heavily on direction-finding systems for safety during flights.
Τα σύγχρονα αεροσκάφη στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό σε συστήματα ανίχνευσης κατεύθυνσης για την ασφάλεια κατά τη διάρκεια των πτήσεων.
The military uses various direction-finding techniques to track enemy communications.
Ο όρος προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων "direction" (κατεύθυνση) και "finding" (εύρεση ή ανίχνευση) και χρησιμοποιείται στις περιπτώσεις όπου απαιτείται ο εντοπισμός της κατεύθυνσης.
Συνώνυμα: - navigation - positioning
Αντώνυμα: - misdirection (λανθασμένη κατεύθυνση) - confusion (σύγχυση)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια αναλυτική εικόνα της έννοιας "direction-finding", των χρήσεων της και των σχετικών όρων γύρω από αυτήν.